Αρειος Πάγος 259 - 2012 - Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης
Αρειος Πάγος 259 - 2012 - Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης
ΘΕΜΑ: Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή σε περίπτωση θανάτου λόγω ψυχικής οδύνης (άρθρα 298, 299, 914 και 932 ΑΚ), που οφείλεται μόνο στις ρητώς από το νόμο προβλεπόμενες περιπτώσεις για ζημία μη περιουσιακή και έχει γενεσιουργό αιτία την αδικοπραξία υπό την έννοια της υπαίτιας ζημιογόνου πράξεως (άρθρο 914 Α.Κ.), μπορεί να βρει έρεισμα και στο πλαίσιο της εφαρμογής των περί εργατικού ατυχήματος διατάξεων (ν. 551/1915), αρκεί ότι αυτό οφείλεται σε πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν που αμέλησαν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ασφαλείας για την προστασία της υγείας ή της ζωής των εργαζομένων
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Βαρβάρα Κριτσωτάκη, Ανδρέα Δουλγεράκη και Δημήτριο Κόμη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 10η Ιανουαρίου 2012, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειουσών: 1) Ι. Π. του Ε., χας Σ. Κ., 2) Ν. Κ. του Σ. και 3) Μ. Κ. του Σ., κατοίκων .... Οι 1η και 2η των αναιρεσειουσών παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Νικόλαο Βροντάκη και η 3η εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο δικηγόρο.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ...................... και το διακριτικό τίτλο "ΕΒΟ - ΠΥΡΚΑΛ", που εδρεύει στον Υμηττό Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία .............................., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ...............................
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 1-3-2006 αγωγή των ήδη αναιρεσειουσών, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1248/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 403/2011 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείουσες με την από 20-6-2011 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Βασίλειος Λυκούδης διάβασε την από 30-12-2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθούν οι λόγοι αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειουσών δήλωσε ότι παραιτείται από τον δεύτερο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως και ζήτησε την παραδοχή αυτής, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24-7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 38 εδ. ΕισΝΑΚ), προκύπτει ότι εργατικό ατύχημα, δηλαδή ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επέρχεται σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερομένων στο άρθρο 2 του άνω Νόμου επιχειρήσεων, θεωρείται και ο θάνατος ή ο τραυματισμός του μισθωτού εξαιτίας έκτακτης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος, αλλά συνδεομένου με την εργασία του, λόγω της εμφανίσεώς του κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση αυτής.
Η τελευταία περίπτωση συντρέχει όταν το ατύχημα δεν αποτελεί την άμεση συνέπεια της εκτελέσεως της εργασίας, αλλά συνδέεται προς αυτή με σχέση αιτίου και αποτελέσματος, ως εκ του ότι, λόγω της εργασίας, δημιουργήθηκαν οι ιδιαίτερες εκείνες πραγματικές συνθήκες και περιστάσεις, που ήταν αναγκαίες για την επέλευσή του και οι οποίες δεν θα υπήρχαν χωρίς την εργασία.
Περαιτέρω, από τα άρθρα 914, 932 του ΑΚ και 1, 16 του Ν. 551/1915 προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας.
Οι διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 του Ν. 551/1915, κατά τις οποίες ο παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τηρήσεως των διατάξεων αυτών, αναφέρονται στην επιδίκαση αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο και εφαρμόζονται γι' αυτό μόνο οι γενικές διατάξεις.
Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε κυριαρχικώς ως αποδειχθέντα, επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη ή μη αιτία της ζημίας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, που ανάγεται στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας, των διδαγμάτων της κοινής πείρας, στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συναφείας. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης.
Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ` αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του (ανεπαρκής αιτιολογία), ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Το κατά νόμο δε αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις δε αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση τα εξής: "Ο Σ. Κ., σύζυγος της πρώτης των εναγουσών και πατέρας των υπολοίπων εξ αυτών, προσλήφθηκε, το έτος 1978, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, αόριστου χρόνου, ως εργοδηγός παραγωγής, από την εταιρεία, με την επωνυμία, .................................... η οποία το έτος 2003 συγχωνεύτηκε με την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία, .............. και συστάθηκε νέα εταιρεία με την επωνυμία, ................................. και το διακριτικό τίτλο ..............................., η οποία υπεισήλθε στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των ανωτέρω εταιρειών, ως καθολική διάδοχος αυτών. Κατά το έτος 2002 ο ανωτέρω εργαζόμενος απασχολείτο στο συγκρότημα εργοστασίων της εναγομένης στο Λαύριο Αττικής. Παράλληλα, αυτός ήταν και μέλος του Δ.Σ. του σωματείου εργαζομένων στην επιχείρηση της εναγομένης στο Λαύριο. Στις 17.05.2002 ο Σ. Κ. προσήλθε κανονικά, το πρωί, στο χώρο της εργασίας του, και στις 12:30 διέκοψε την εργασία του, προκειμένου να λάβει μέρος στην τακτική γενική συνέλευση του ανωτέρω σωματείου, που συνερχόταν σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, εντός των εγκαταστάσεων της εναγομένης. Τα μέλη, που συμμετείχαν στη γενική συνέλευση, εξέλεξαν αρχικά τον πρόεδρο της γενικής συνέλευσης και στη συνέχεια έλαβαν το λόγο, διαδοχικά, ο πρόεδρος και ο ταμίας του σωματείου, και ακολούθως ο Σ. Κ., ο οποίος, μόλις ολοκλήρωσε την ομιλία του, πήγε και κάθισε στη θέση του. Πριν, όμως, αρχίσει την ομιλία του ο επόμενος ομιλητής, αυτός έγειρε το σώμα του πάνω στην καρέκλα, οπότε ο συνάδελφος του Λ. Κ., ο οποίος καθόταν ακριβώς δίπλα του διαπίστωσε ότι είχε χάσει τις αισθήσεις του. Πιστεύοντας ότι επρόκειτο για λιποθυμικό επεισόδιο προσπάθησαν όσοι βρίσκονταν δίπλα του να τον συνεφέρουν, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα. Αμέσως, προσήλθε και η νοσηλεύτρια Β. Υ., που απασχολείται στην εναγομένη, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, και γνωρίζει τον τρόπο παροχής πρώτων βοηθειών, η οποία προσέφερε τις πρώτες βοήθειες στον παθόντα για ένα περίπου δεκάλεπτο, κάνοντας του τεχνητή αναπνοή και καρδιακές μαλάξεις και χορηγώντας του οξυγόνο Abu με αναπνευστική συσκευή ανάνηψης, πλην, όμως, ο παθών δεν αντιδρούσε καθόλου και δεν είχε καμία επαφή με το περιβάλλον. Κατόπιν αυτού, με ασθενοφόρο της επιχείρησης, στο οποίο επέβαινε και η ανωτέρω νοσηλεύτρια, διακομίστηκε στο Κέντρο Υγείας Λαυρίου, που απέχει από το εργοστάσιο της εναγομένης περίπου πέντε λεπτά. Όταν, όμως, έφθασε εκεί, στις 13:20, διαπιστώθηκε, ότι ήδη ήταν νεκρός, ως αιτία δε του θανάτου του αναφέρεται στην υπ' αριθμ. 917/18-5-2002 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας - νεκροτομής του Ιατροδικαστή Φ. Κ., "πρόσφατο έμφραγμα του μυοκαρδίου". Ακόμη, στην εν λόγω έκθεση αναφέρονται και τα εξής: "καρδία με βαρεία αθηρωμάτωση της αορτής και των στεφανιαίων αρτηριών. Επί του μεσοκοιλιακού τοιχώματος παρατηρείται εκτεταμένη αιμορραγική διήθηση του μυοκαρδίου. Εικών προσφάτου εμφράγματος... αιφνίδιος θάνατος μετά το πέρας της ομιλίας του σε γενική συνέλευση εργαζομένων". Όπως δε έγινε δεκτό, με δύναμη δεδικασμένου, με την υπ' αριθμ. 9896/2005 αμετάκλητη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία απορρίφθηκε η από 17.12.2003 και υπ' αύξ. αριθμ. καταθ. 5167/2003 (πρώτη) αγωγή των εναγουσών - εκκαλουσών κατά της εναγομένης: α) ο ανωτέρω διακομίστηκε στο νοσοκομείο με το ασθενοφόρο της εναγομένης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και εντός του αναγκαίου χρόνου, αφού προηγουμένως του παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες από τη νοσηλεύτρια της επιχείρησης και β) δεν υπήρξε παραβίαση από την εναγομένη των όρων που επιβάλλονται από τις οικείες διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, και συγκεκριμένα σχετικά με την παρουσία ιατρού ασφαλείας στις εγκαταστάσεις της. Περαιτέρω, από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχτηκαν σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντος τα ακόλουθα: Η εναγομένη, η οποία είναι δημόσια επιχείρηση, ανήκει κατά πλειοψηφία στο Ελληνικό Δημόσιο, λειτουργεί χάριν του δημόσιου, συμφέροντος, κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και τελεί υπό τον έλεγχο του Κράτους (βλ. σχετ. ΑΠ 1533/2006), ανέλαβε κατά το μήνα Σεπτέμβριο έτους 2001 την εκτέλεση προγράμματος συμπαραγωγής (συναρμολόγησης) 200 πυραύλων τύπου "ΡΑΤRΙΟΤ" και την κατασκευή του κάνιστερ.
Τέλος, ούτε ανάγκη εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας από το θανόντα υπήρξε, προκειμένου να επικοινωνεί με τους αμερικανούς, όπως ισχυρίζονται οι ενάγουσες - εκκαλούσες, καθόσον, όπως προκύπτει από το οργανόγραμμα παραγωγής των πυραύλων "ΡΑΤRΙΟΤ", πάνω από τους δύο εργοδηγούς παραγωγής υπήρχαν δύο τομεάρχες παραγωγής (οι Τ. Ι. και Σ. Σ..) και πάνω από αυτούς ο διευθυντής - επόπτης παραγωγής (Α. Χ..), οι οποίοι επικοινωνούσαν με τους αμερικανούς, ούτε άλλωστε θα μπορούσε να ανατεθεί η επικοινωνία με τους ανωτέρω, για ένα τόσο πολύπλοκο και υψηλής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας έργο στο θανόντα, ο οποίος είχε γνώσεις τεχνικής μόνο εκπαίδευσης και όχι και γνώσεις αγγλικής γλώσσας.
ΙΙ. Ο αναιρετικός λόγος του αριθμού 11 περ. γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ δημιουργείται αν το δικαστήριο της ουσίας παρέλειψε να λάβει υπόψη του, κατά τη διαμόρφωση της αποδεικτικής του κρίσεως, αποδεικτικά μέσα που παραδεκτώς και νομίμως επικαλέσθηκαν οι διάδικοι και τα οποία ήταν χρήσιμα προς άμεση ή έμμεση απόδειξη πραγματικών γεγονότων με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, δηλαδή στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος κατ' ουσία, όταν το δικαστήριο βεβαιώνει στην απόφασή του ότι έλαβε υπόψη τα συγκεκριμένα αποδεικτικά μέσα για τα οποία προτείνεται ο αναιρετικός λόγος ή ότι έλαβε υπόψη όλα τα με επίκληση προσκομιζόμενα έγγραφα, έστω και χωρίς στην απόφαση να γίνεται ειδική μνεία ως χωριστή αξιολόγηση του καθενός απ' αυτά, εκτός αν, παρά τη βεβαίωση αυτή, από το περιεχόμενο της αποφάσεως και, ιδίως, από τις αιτιολογίες, καταλείπονται αμφιβολίες για τη συνεκτίμηση όλων ή ορισμένων εγγράφων, οπότε είναι ουσιαστικά βάσιμος ο κρίσιμος λόγος αναιρέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείουσες με τον τρίτο, από την πιο πάνω διάταξη, λόγο αναιρέσεως, προβάλλουν ότι προς απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών τους και ειδικότερα των δυσμενών συνθηκών εργασίας που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο του εργαζόμενου στην αναιρεσίβλητη εταιρεία συγγενούς τους, προσκόμισαν και επικαλέστηκαν νομίμως με τις πρωτόδικες, αλλά και με τις κατ' έφεση προτάσεις τους, τα υπ' αριθ. 2280/2004 πρακτικά συνεδριάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών "επί της πρώτης αγωγής με ένορκες καταθέσεις στις προτάσεις αυτές του μάρτυρος απόδειξης Σ. Μ. και ανταπόδειξης Χ. Χ., διευθυντού της εναγομένης κατά τον επίδικο χρόνο του εργοστασίου της στο Λαύριο παραγωγής πυραύλων Patriot", πλην όμως κατά τις αιτιάσεις των αναιρεσειουσών, "δεν προκύπτει αδιστάκτως ότι το Δικαστήριο, που την εξέδωσε, έλαβε υπόψη τα πιο πάνω πρακτικά, δεδομένου ότι, ενώ αναφέρεται στην απόφαση αυτή ότι ελήφθησαν υπόψη όλα τα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα, δεν γίνεται περαιτέρω καμία εκτίμηση του εγγράφου τούτου και ιδίως της μαρτυρικής κατάθεσης του παραπάνω Διευθυντή Χ. Χ. που υπάρχει στα πρακτικά αυτά, αφού η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν κάνει καμία απολύτως μνεία για την κατάθεση αυτή ...". Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι αβάσιμος, καθόσον στην προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως προκύπτει από την επισκόπησή της, το Εφετείο βεβαιώνει ότι, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα ως προς τη απόρριψη της αγωγής των αναιρεσειουσών, έλαβε υπόψη του και όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από τη βεβαίωση αυτή, αλλά και από τις αιτιολογίες της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκύπτει, χωρίς καμία αμφιβολία, ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του όλα τα αναφερόμενα στο αναιρετήριο αποδεικτικά έγγραφα και ειδικότερα και τα 2280/2004 πρακτικά συνεδριάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και τις περιεχόμενες σ' αυτά καταθέσεις του μάρτυρος απόδειξης Σ. Μ. και ανταπόδειξης Χ. Χ., που είχαν συνταχθεί επ' ευκαιρία άλλης δίκης, μεταξύ των αυτών διαδίκων, που λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια. Περαιτέρω ειδική αναφορά των πρακτικών αυτών γίνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και ειδική αξιολόγηση της περιεχόμενης σ' αυτά καταθέσεως του μάρτυρος των αναιρεσειουσών Σ. Μ., χωρίς να συνάγεται από το γεγονός ότι δεν έγινε ειδική αξιολόγηση και της καταθέσεως του μάρτυρος της αντιδίκου αυτών Χ. Χ., ότι αυτή δεν λήφθηκε υπόψη... Κατά συνέπεια και ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 11γ ΚΠολΔ τρίτος λόγος της αναιρετικής αιτήσεως είναι αβάσιμος.
IΙΙ. Μετά την απόρριψη των λόγων αναιρέσεως (οι αναιρεσείουσες παραιτήθηκαν νομοτύπως από το δεύτερο λόγο), πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθούν οι αναιρεσείουσες, ως ηττώμενες, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης εταιρείας (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 20-6-2011 αίτηση (αρ. καταθ. 492/21-6-2011) των αναιρεσειουσών Ι. Π. χήρας Σ. Κ., Ν. Κ. του Σ. και Μ. Κ. του Σ., για αναίρεση της 403/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τις αναιρεσείουσες στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης εταιρείας, τα οποία ορίζει σε χίλια οκτακόσια (1.800) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 24 Ιανουαρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Φεβρουαρίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ