Κίνα

Κίνα

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3331 (ΦΕΚ Α΄ 83/06.04.2005)

 

Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Άρθρο πρώτο

 

Κυρώνεται και έχει τηνισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος, που υπογράφηκε στο Πεκίνο στις 3 Ιουνίου 2002, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο την ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:

 

ΣΥΜΦΩΝΙΑ

 

Μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος.

 

Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας

Και

η Κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

 

Επιθυμώντας να συνάψουν Συμφωνία για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος: Συμφώνησαντα ακόλουθα:

 

Ανακοίνωση Με την με αριθμ. 0544/ΑΣ765/Μ.5413 (ΦΕΚ Α΄ 277/09.11.2005) Ανακοίνωση Υπ.Εξωτερικών ανακοινώθηκε ότι η παρούσα Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 αυτής την 11η Νοεμβρίου 2005. Ειδικότερα, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου "οι διατάξεις της έχουν εφαρμογή σε εισόδημα που προκύπτει κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους το οποίο αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που αμέσως ακολουθεί εκείνο εντός του οποίου η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ".

 

 

 

Αρθρο 1. Πρόσωπα επί των οποίων εφαρμόζεται η συμφωνία

 

 

Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται επί προσώπων που είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών.

 

 

 

Αρθρο 2. Καλυπτόμενοι φόροι

 

 

1.   Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος που επιβάλλονται για λογαριασμό ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή των τοπικών αρχών αυτού, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιβάλλονται.

 

 

2.   Φόροι εισοδήματος θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα ή σε στοιχεία αυτού, συμπεριλαμβανομένων των φόρων επί της ωφέλειας που προκύπτει από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας, καθώς και των φόρων επί της υπεραξίας που προκύπτει από την ανατίμηση κεφαλαίου.

 

3.   Οι υφιστάμενοι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία είναι ειδικότερα:

 

α) Όσον αφορά στην Ελληνική Δημοκρατία:

 

i) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων,

 

ii) ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων, (εφεξής αναφερόμενος ως "ελληνικός φόρος")

 

β) Όσοναφορά στηνΚίνα:

 

i) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων,

 

ii) ο φόρος εισοδήματος των επιχειρήσεων με συμμετοχή ξένων επενδυτών και των αλλοδαπών επιχειρήσεων (εφεξής αναφερόμενος ως "κινεζικός φόρος").

 

 

4.   Η Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε οποιουσδήποτε ταυτόσημους ή ουσιωδώς παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται μετά την ημερομηνία υπογραφής της Συμφωνίας επί πλέον ή σε αντικατάσταση των υφιστάμενων φόρων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών γνωστοποιούν η μία στην άλλη οποιεσδήποτε ουσιαστικές αλλαγές έχουν επέλθει στις αντίστοιχες φορολογικές νομοθεσίες τους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από τις εν λόγω αλλαγές.

 

 

 

 

Αρθρο 3. Γενικοί ορισμοί

 

 

1.   Για τους σκοπούς αυτής της Συμφωνίας, εκτός αν η έννοια του κειμένου απαιτεί διαφορετικά:

 

α) οι όροι "ένα Συμβαλλόμενο Κράτος" και "το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος" υποδηλώνουν την Ελληνική Δημοκρατία ή την Κίνα, όπως απαιτεί η έννοια του κειμένου,

 

β) ο όρος "Ελληνική Δημοκρατία" περιλαμβάνει το έδαφος της Ελληνικής Δημοκρατίας και το τμήμα της θάλασσας, του θαλάσσιου βυθού και του υπεδάφους αυτού υπό την Μεσόγειο Θάλασσα, επί των οποίων η Ελληνική Δημοκρατία έχει κυριαρχικά δικαιώματα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, προς τον σκοπό εξερεύνησης, εξόρυξης ή εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων αυτών των περιοχών,

 

γ) ο όρος "Κίνα" υποδηλώνει την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας υπό την γεωγραφική του έννοια, υποδηλώνει όλο το έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών της υδάτων, επί των οποίων εφαρμόζονται οι σχετικοί με τη φορολογία νόμοι της Κίνας, ως και οποιαδήποτε άλλη περιοχή πέραν των χωρικών της υδάτων, επί των οποίων η Κίνα, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, έχει κυριαρχικά δικαιώματα προς τον σκοπό εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των πόρων του θαλάσσιου βυθού και του υπεδάφους αυτού και των υπερκείμενων υδάτινων πόρων,

 

δ) ο όρος "φόρος" υποδηλώνει τον ελληνικό φόρο ή τον κινέζικο φόρο, όπως η έννοια του κειμένου απαιτεί,

 

ε) ο όρος "πρόσωπο" περιλαμβάνει ένα φυσικό πρόσωπο, μια εταιρεία και οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων,

 

στ) ο όρος "εταιρεία" υποδηλώνει οποιαδήποτε εταιρική μορφή κεφαλαιουχικού χαρακτήρα ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο το οποίο έχει την ίδια φορολογική μεταχείριση με μια εταιρεία κεφαλαιουχικού χαρακτήρα,

 

ζ) οι όροι "επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους" και "επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους" υποδηλώνουν αντίστοιχα επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

η) ο όρος "υπήκοος" υποδηλώνει:

 

(α) οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

(β) οιοδήποτε νομικό πρόσωπο, προσωπική εταιρεία ή ένωση προσώπων που αποκτούν το νομικό τους καθεστώς από τους ισχύοντες σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος νόμους,

 

θ) ο όρος "διεθνείς μεταφορές" υποδηλώνει οποιαδήποτε μεταφορά με πλοίο ή αεροσκάφος, εκτός αν το πλοίο ή το αεροσκάφος εκτελεί δρομολόγια αποκλειστικά μεταξύ τόπων εντός ενός Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

(i) ο όρος "αρμόδια αρχή" υποδηλώνει:

 

 i) στην Ελληνική Δημοκρατία, τον Υπουργό Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, ii) στην Κίνα, την Κρατική Υπηρεσία Φορολογίας (State Tax Administration) ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο αυτής.

 

2.   Όσον αφορά στην οποτεδήποτε εφαρμογή της Συμφωνίας από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε μη προσδιοριζόμενος σε αυτή όρος, θα έχει, εκτός αν η έννοια του κειμένου απαιτεί διαφορετικά, την κατά τον χρόνο εφαρμογής της έννοια, σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους όσον αφορά στους καλυπτόμενους από τη Συμφωνία. φόρους, της κατά τους εφαρμοζόμενους φορολογικούς νόμους αυτού του Κράτους οποιασδήποτε έννοιας υπερισχύουσας εκείνης που δίδεται σε αυτόν τον όρο σύμφωνα με άλλους νόμους του Κράτους αυτού.

 

 

 

Αρθρο 4. Κάτοικος

 

 

1.   Για τους σκοπούς αυτής της Συμφωνίας, ο όρος "κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους" υποδηλώνει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό λόγω κατοικίας, τόπου διαμονής, τόπου διοίκησης των δραστηριοτήτων του ή τόπου των κεντρικών του γραφείων, ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου παρόμοιας φύσης, περιλαμβάνει δε επίσης το Κράτος αυτό ή οποιαδήποτε τοπική αρχή αυτού. Αυτός ο όρος όμως δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που υπόκειται σε φορολογία στο Κράτος αυτό όσον αφορά σε εισόδημα από πηγές εντός αυτού του Κράτους.

 

2.   Αν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε η νομική του κατάσταση καθορίζεται ως εξής:

 

α) θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει μόνιμη οικογενειακή εστία αν έχει μόνιμη οικογενειακή εστία και στα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος του Κράτους με το οποίο διατηρεί στενότερους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμφερόντων),

 

β) αν το Κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δεν μπορεί να προσδιορισθεί, ή αν δεν έχει νόμιμη οικογενειακή εστία σε οποιοδήποτε από τα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του,

 

γ) αν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Κράτη, ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος,

 

δ) αν είναι υπήκοος και των δύο Κρατών, ή κανενός από τα δύο, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών διευθετούν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

 

3.   Αν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ένα πρόσωπο εκτός από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, τότε, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών διευθετούν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

 

 

 

Αρθρο 5. Μόνιμη εγκατάσταση

 

 

1.   Για τους σκοπούς αυτής της Συμφωνίας, ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση "υποδηλώνει καθορισμένο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω του οποίου η επιχειρηματική δραστηριότητα μιας επιχείρησης διεξάγεται εν όλω η εν μέρει.

 

2.   Ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση" περιλαμβάνει ειδικότερα:

 

α) τόπο διοίκησης,

β) υποκατάστημα,

γ) γραφείο,

δ) εργοστάσιο,

ε) εργαστήριο, και

ζ) ορυχείο, πηγή πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποιοδήποτε άλλο τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων.

 

3.   Ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση" περιλαμβάνει επίσης:

 

εργοτάξιο οικοδομικών εργασιών ή έργο κατασκευών, συναρμολογήσεων ή εγκαταστάσεων, ή δραστηριότητες επίβλεψης συνδεόμενες με τα ανωτέρω, μόνον όμως αν αυτό το εργοτάξιο ή το έργο, ή οι δραστηριότητες διαρκούν περισσότερο από δώδεκαμήνες.

 

4.   Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση" θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

 

α) τη χρήση διευκολύνσεων αποκλειστικά με σκοπό την αποθήκευση, έκθεση παράδοση αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση,

 

β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στηνεπιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό τηναποθήκευση, έκθεση ή παράδοση,

 

γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθώνή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό τηνεπεξεργασία από άλλη επιχείρηση,

 

δ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά με σκοπό την αγορά αγαθών ή εμπορευμάτων, ή τη συλλογή πληροφοριών, για την επιχείρηση,

 

ε) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση για την επιχείρηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα,

 

στ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση συνδυασμού δραστηριοτήτων από τις αναφερόμενες στις υποπαραγράφους α) έως ε), εφόσον η συνολική δραστηριότητα του εν λόγω καθορισμένου τόπου, ως αποτέλεσμα αυτού του συνδυασμού, είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα.

 

5.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, όταν πρόσωπο εκτός από ανεξάρτητο πράκτορα για τον οποίο έχει εφαρμογή η παράγραφος 6 ενεργεί σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος για λογαριασμό επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και έχει εξουσιοδότηση βάσει της οποίας ενεργεί κατά συνήθη τρόπο σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος για να συνάπτει συμβόλαια στο όνομα της επιχείρησης, αυτή η επιχείρηση θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο Κράτος αυτό όσον αφορά σε οποιεσδήποτε δραστηριότητες αναλαμβάνει το πρόσωπο αυτό για την επιχείρηση, εκτός αν οι δραστηριότητες αυτού του προσώπου περιορίζονται στις μνημονευόμενες στην παράγραφο 4, οι οποίες, αν ασκούνται μέσω καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν καθιστούν τον καθορισμένο αυτόν τόπο μόνιμη εγκατάσταση κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής

 

6.   Επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος απλά και μόνο επειδή διεξάγει εργασίες σε αυτό το Κράτος μέσω μεσίτη, γενικού αντιπροσώπου επί προμήθεια ή άλλου ανεξάρτητου πράκτορα, εφόσον τα εν λόγω πρόσωπα ενεργούν μέσα στα συνήθη πλαίσια της δραστηριότητας, τους. Όμως, όταν οι δραστηριότητες ενός πράκτορα ασκούνται καθ' ολοκληρίαν ή σχεδόν καθ' ολοκληρίαν για λογαριασμό της επιχείρησης αυτής, δεν θεωρείται ως ανεξάρτητος πράκτορας υπό την έννοια αυτής της παραγράφου.

 

7.   Το γεγονός ότι εταιρεία κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από εταιρεία η οποία είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή η οποία ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα σε αυτό το άλλο Κράτος(είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο), αυτό και μόνο δεν καθιστά καθεμία από τις εταιρείες μόνιμη εγκατάσταση της άλλης.

 

 

Αρθρο 6. Εισόδημα από ακίνητη περιουσία

 

 

1.   Εισόδημα που αποκτά κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος από γεωργία ή δασοκομία) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, δύναται να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος.

 

2.   Ο όρος "ακίνητη περιουσία" θα έχει την έννοια που ορίζεται από τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω περιουσία. Ο όρος περιλαμβάνει σε κάθε περίπτωση περιουσία παρεπόμενη της ακίνητης περιουσίας, ζώα και εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και δασοκομία, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δικαίου για την έγγειο ιδιοκτησία, επικαρπία ακίνητης περιουσίας και δικαιώματα από τα οποία απορρέουν μεταβλητές ή σταθερές πληρωμές ως αντάλλαγμα για την εκμετάλλευση ή το δικαίωμα εκμετάλλευσης μεταλλευτικών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων. Πλοία και αεροσκάφη δεν θεωρούνται ακίνητη περιουσία.

 

3.   Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται σε εισόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση, εκμίσθωση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή χρήσης ακίνητης περιουσίας.

 

4.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 εφαρμόζονται επίσης στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται για την παροχή ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών.

 

 

Αρθρο 7. Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα

 

 

1.   Τα κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός αν η επιχείρηση ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό. Αν η επιχείρηση ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ως ανωτέρω, τα κέρδη της επιχείρησης δύνανται να φορολογούνται στο άλλο Κράτος αλλά μόνο ως προς το τμήμα αυτών που αποδίδεται στη μόνιμη εγκατάσταση.

 

2.   Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, όταν επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, στο καθένα Συμβαλλόμενο Κράτος αποδίδονται στη μόνιμη αυτή εγκατάσταση τα κέρδη τα οποία υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιούσε αν ήταν διαφορετική και χωριστή επιχείρηση που ασχολείται με τις ίδιες ή παρόμοιες δραστηριότητες κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και συναλλάσσεται. εντελώς ανεξάρτητα με την επιχείρηση της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση.

 

3.   Κατά τον προσδιορισμό των κερδώνμόνιμης εγκατάστασης αναγνωρίζονται προς έκπτωση δαπάνες που πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, περιλαμβανομένων των πραγματοποιούμενων για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης διαχειριστικών και γενικών διοικητικών εξόδων, είτε στο Κράτος που βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού.

 

4.   Εφόσον συνηθίζεται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να προσδιορίζονται τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση με βάση τov καταμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα αυτής τμήματα, οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εμποδίζουν καθόλου το Κράτος αυτό να προσδιορίζει τα προς φορολογία κέρδη με βάση αυτόν τον καταμερισμό, όπως συνηθίζεται όμως, η υιοθετούμενη μέθοδος καταμερισμού πρέπει να είναι τέτοια ώστε το αποτέλεσμα να συμφωνεί με τις εμπεριεχόμενες στο παρόν Άρθρο αρχές

 

5.   Κανένα κέρδος δεν θεωρείται ότι ανήκει στη μόνιμη εγκατάσταση λόγω απλής αγοράς από την μόνιμη εγκατάσταση αγαθών και εμπορευμάτων για λογαριασμό της επιχείρησης.

 

6.   Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα προς απόδοση κέρδη μόνιμης εγκατάστασης προσδιορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο εκτός αν υπάρχουν βάσιμοι και επαρκείς λόγοι για το αντίθετο.

 

7.   Σε περίπτωση που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοιχεία εισοδήματος που αντιμετωπίζονται χωριστά σε άλλα Άρθρα αυτής της Συμφωνίας, τότε οι διατάξεις αυτών των Άρθρων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου.

 

 

Αρθρο 8. Ναυτιλιακές και αεροπορικές μεταφορές

 

 

1.   Κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκμετάλλευση πλοίου σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο αυτό Κράτος.

 

2.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, παραμένουν σε ισχύ οι διατάξεις του Άρθρου 18 αναφορικά με τη φορολογία του εισοδήματος από την εκμετάλλευση πλοίων σε διεθνείς μεταφορές της μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Συμφωνίας περί Ναυτιλιακών Μεταφορών που υπογράφηκε στο Πεκίνο την 16η Οκτωβρίου 1995.

 

 

3.   Κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκμετάλλευση αεροσκάφους σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο αυτό Κράτος.

 

 

4.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 έχουν επίσης εφαρμογή στα κέρδη που πραγματοποιούνται από συμμετοχή σε "POOL", σε κοινοπρακτικής μορφής εκμετάλλευση ή σε πρακτορείο που λειτουργεί σε διεθνές επίπεδο.

 

 

 

Αρθρο 9. Συνδεόμενες επιχειρήσεις

 

 

1. Αν

 

α) επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

ή

 

β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν ή επιβάλλονται μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορικές ή οικονομικές σχέσεις τους όροι οι οποίοι διαφέρουν από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε οποιαδήποτε κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από μία από τις επιχειρήσεις, αλλά, λόγω αυτών των όρων, δεν έχουν πραγματοποιηθεί, δύνανται να συμπεριλαμβάνονται στα κέρδη αυτής της επιχείρησης και να φορολογούνται ανάλογα.

 

2.   Αν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος περιλαμβάνει στα κέρδη επιχείρησης του και φορολογεί ανάλογα κέρδη για τα οποία επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους έχει φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος και τα κατ' αυτόν τον τρόπο περιληφθέντα κέρδη είναι κέρδη τα οποία θα αποδίδονταν στην επιχείρηση του πρώτου μνημονευθέντος Κράτους αν οι μεταξύ των δύο επιχειρήσεων τιθέμενοι όροι ήταν ίδιοι με εκείνους που θα ετίθεντο μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτό το άλλο Κράτος, προσαρμόζει ανάλογα το ποσό του φόρου που έχει επιβληθεί στο Κράτος αυτό επί εκείνων των κερδών. Κατά τον καθορισμό μιας τέτοιας προσαρμογής, πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι λοιπές διατάξεις αυτής της Συμφωνίας και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών συμβουλεύονται η μία την άλλη αν κριθεί απαραίτητο.

 

 

Αρθρο 10. Μερίσματα

 

 

1.   Μερίσματα καταβαλλόμενα από εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δύνανται να φορολογηθούν σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

 

2.   Όμως, τα μερίσματα αυτά δύνανται να φορολογούνται επίσης στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο η καταβάλλουσα τα μερίσματα εταιρεία είναι κάτοικος και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων ο ούτω επιβαλλόμενος φόρος δεν θα υπερβαίνει:

 

α) το 5% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων αν ο δικαιούχος είναι εταιρεία (εκτός προσωπικής) η οποία κατέχει άμεσα τουλάχιστον το 25% του κεφαλαίου της καταβάλλουσας τα μερίσματα εταιρείας,

 

β) το 10% του ακαθάριστου ποσού τωνμερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

 

Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών καθορίζουνμε αμοιβαία Συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτών των περιορισμών. Η παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει τη φορολογία της εταιρείας όσον αφορά στα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.

 

3.   Ο όρος "μερίσματα", όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο, υποδηλώνει εισόδημα από μετοχές, μετοχές ή δικαιώματα "επικαρπίας", μετοχές μεταλλείων, ιδρυτικούς τίτλους ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη που δεν αποτελούν απαιτήσεις χρεών, καθώς επίσης και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα το οποίο υπόκειται στην ίδια φορολογική μεταχείριση με το εισόδημα από μετοχές σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους του οποίου η εταιρεία που διενεργεί την διανομή είναι κάτοικος.

 

4.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται αν ο δικαιούχος των μερισμάτων, ο οποίος είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό, ή παρέχει σ' αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες μέσω καθορισμένης βάσης που βρίσκεται σε αυτό, και η συμμετοχή (holding) σε σχέση με την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

 

5.   Όταν εταιρεία κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους πραγματοποιεί κέρδη ή αποκτά εισόδημα στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, αυτό το άλλο Κράτος δεν δύναται να επιβάλλει φόρο στα καταβαλλόμενα από τηνεταιρεία μερίσματα, εκτός αν αυτά τα μερίσματα καταβάλλονται σε κάτοικο αυτού του άλλου Κράτους ή η συμμετοχή (holding) σε σχέση με την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό το άλλο Κράτος, ούτε δύναται να υπαγάγει τα μη διανεμόμενα κέρδη της εταιρείας σε φόρο επί των μη διανεμόμενων κερδών της εταιρείας, ακόμη και αν τα καταβαλλόμενα μερίσματα ή τα μη διανεμόμενα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή εισοδήματα που προκύπτουν σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

Αρθρο 11. Τόκοι

 

 

1.   Τόκοι προκύπτοντες σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβαλλόμενοι σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δύνανται να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

 

2.   Όμως, οι τόκοι αυτοί δύνανται να φορολογούνται επίσης στο Συμβαλλόμενο. Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των τόκων ο ούτως επιβαλλόμενος φόρος δεν θα υπερβαίνει το 10% του ακαθάριστου ποσού των.τόκων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορισμού.

 

3.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 2, τόκοι προκύπτοντες στο ένα Συμβαλλόμενο και κτώμενοι από την Κυβέρνηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, τοπική αρχή και την Κεντρική Τράπεζα αυτού ή από οποιονδήποτε χρηματοπιστωτικό οργανισμό το συνολικό κεφάλαιο του οποίου κατέχεται από την Κυβέρνηση αυτού του άλλου Κράτους, απαλλάσσονται του φόρου στο πρώτο αναφερόμενο Κράτος.

 

 

4.   Ο όρος "τόκοι", όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο, υποδηλώνει εισόδημα από απαιτήσεις χρεών κάθε είδους, εξασφαλισμένες με υποθήκη ή όχι, ή παρέχουσες ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδιαίτερα δε εισόδημα από κρατικά χρεόγραφα και εισόδημα από ομολογίες με ή χωρίς ασφάλεια, περιλαμβανομένων των δώρων (premiums) και βραβείων που συνεπάγονται τέτοιου είδους χρεόγραφα ή ομολογίες. Για τους σκοπούς του παρόντος Άρθρου, πρόστιμα για καθυστερημένη πληρωμή δεν θεωρούνται τόκοι.

 

5.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 δεν εφαρμόζονται αν ο δικαιούχος των τόκων που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, μέσω μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό ή παρέχει στο άλλο αυτό Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό, και η απαίτηση χρέους σε σχέση με την οποία καταβάλλονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά με αυτήν την μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

 

6.   Τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο καταβάλλων είναι κάτοικος αυτού του Κράτους. Όμως, όταν το πρόσωπο που καταβάλλει τους τόκους, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η οφειλή για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι, και αυτοί οι τόκοι βαρύνουν αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε οι εν λόγω τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Κράτος που βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.

 

7.   Σε περίπτωση που λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπόψη της απαίτησης χρέους για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις αυτού του Άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο αναφερθέν ποσόν. Σε αυτήν την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος τωνκαταβλητέων ποσών φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.

 

 

Αρθρο 12. Δικαιώματα

 

 

1.   Δικαιώματα προκύπτοντα στο ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβαλλόμενα σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δύνανται να φορολογούνται στο άλλο Κράτος.

 

2.   Όμως, τα δικαιώματα αυτά δύνανται να φορολογούνται επίσης στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων ο ούτως επιβαλλόμενος φόρος δεν υπερβαίνει το 10% του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορισμού.

 

3.   Ο όρος "δικαιώματα", όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο υποδηλώνει πληρωμές κάθε είδους που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας περιλαμβανομένων των κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών ή μαγνητοταινιών για τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, κάθε είδους σχεδίου ή προτύπου, μυστικού τύπου ή διαδικασίας παραγωγής, ή για τη χρήση, ή το δικαίωμα χρήσης, βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού, ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία.

 

4.   Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται αν ο δικαιούχος των δικαιωμάτων που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, ή παρέχει στο άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό, και το δικαίωμα ή το περιουσιακό στοιχείο σε σχέση με το οποίο καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

 

5.   Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο καταβάλλων είναι κάτοικος αυτού του Κράτους. Όμως, όταν το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η υποχρέωση καταβολής των δικαιωμάτων και τα δικαιώματα αυτά βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε τα εν λόγω δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.

 

6.   Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών των δύο και κάποιου άλλου προσώπου το ποσό των δικαιωμάτων, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης ή του δικαιώματος χρήσης ή των πληροφοριών για τα οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ελλείψει μίας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο αναφερθέν ποσόν. Σε αυτή την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των καταβλητέων ποσών φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.

 

 

Αρθρο 13. Ωφέλεια από κεφάλαιο

 

 

1.   Ωφέλεια που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο Άρθρο 6 και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δύναται να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος.

 

2.   Ωφέλεια από την εκποίηση κινητής περιουσίας που αποτελεί τμήμα των περιουσιακών στοιχείων μόνιμης εγκατάστασης επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε καθορισμένη βάση την οποία κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διαθέτει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος προς τον σκοπό της παροχής ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της ωφέλειας από την εκποίηση μιας τέτοιας μόνιμης εγκατάστασης (μόνης ή με ολόκληρη την επιχείρηση) ή μιας τέτοιας καθορισμένης βάσης, δύναται να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος.

 

3.   Ωφέλεια από την εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που εκτελούν διεθνείς μεταφορές ή κινητής περιουσίας που συνδέεται με την εκμετάλλευση τέτοιων πλοίων ή αεροσκαφών φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8, φορολογούνται τα κέρδη από την εκμετάλλευση των εν λόγω πλοίωνή αεροσκαφών.

 

4.   Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών εταιρείας τα περιουσιακά στοιχεία της οποίας άμεσα ή έμμεσα συνίστανται κυρίως από ακίνητη περιουσία που βρίσκεται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος δύνανται να φορολογούνται σε αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος.

 

5.   Ωφέλεια από την εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας, εκτός από εκείνη που αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως και 4, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου ο εκποιών την περιουσία είναι κάτοικος.

 

 

 

Αρθρο 14. Ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες

 

 

 

1.   Εισόδημα που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι επαγγελματικών υπηρεσιών ή άλλων δραστηριοτήτων ανεξάρτητου χαρακτήρα φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός των κατωτέρω περιπτώσεων, οπότε το εισόδημα αυτό δύναται ναφορολογείται επίσης και στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος:

 

α) έχει καθορισμένη βάση τακτικώςδιαθέσιμη σε αυτόν στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος προς τον σκοπό άσκησης τωνδραστηριοτήτων του ή

 

β) ευρίσκεται στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος, αλλά μόνο για το ποσό που αποδίδεται σε αυτήν την καθορισμένη βάση ή σε ασκούμενες σε αυτό το Κράτος δραστηριότητες.

 

2.   Ο όρος "επαγγελματικές υπηρεσίες" περιλαμβάνει, ιδιαίτερα, ανεξάρτητες επιστημονικές, φιλολογικές, καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες καθώς επίσης και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.

 

 

Αρθρο 15. Εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες

 

 

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18, 19, 20 και 21, μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι εξαρτημένης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος εκτός αν η απασχόληση ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. Αν η απασχόληση ασκείται έτσι, η αμοιβή που αποκτάται από αυτήν δύναται να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος,

 

2.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, αμοιβή που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι εξαρτημένης απασχόλησης που ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται μόνο στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος εάν:

 

α) ο δικαιούχος της αμοιβής βρίσκεται στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες σε μια περίοδο δώδεκα μηνών η οποία αρχίζει ή τελειώνει στο κάθε εξεταζόμενο ημερολογιακό έτος, και

 

β) η αμοιβή καταβάλλεται από ή για λογαριασμό εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους, και

 

γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση που έχει ο εργοδότης στο άλλο Κράτος.

 

3.   Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, αμοιβή που αποκτάται έναντι εξαρτημένης απασχόλησης που ασκείται σε πλοίο ή αεροσκάφος σε διεθνείς μεταφορές, δύναται να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο φορολογούνται τα κέρδη από την εκμετάλλευση του πλοίου ή του αεροσκάφους σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.

 

 

 

Αρθρο 16. Αμοιβές διευθυντών

 

 

Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους υπό την ιδιότητα του ως μέλους Διοικητικού Συμβουλίου εταιρείας κατοίκου του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δύνανται να φορολογούνται στο άλλο αυτό Κράτος.

 

 

 

Αρθρο 17. Καλλιτέχνες και αθλητές

 

 

1.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15, εισόδημα που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους παρέχων υπηρεσίες ψυχαγωγίας ως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης ή ως μουσικός ή ως αθλητής από την άσκηση αυτών των προσωπικών δραστηριοτήτων του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, δύναται να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος.

 

2.   Όταν εισόδημα από την άσκηση προσωπικών δραστηριοτήτων από πρόσωπο του παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή αθλητή, υπό την ιδιότητα του αυτή, δεν περιέρχεται στο ίδιο το πρόσωπο που παρέχει τις υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή στον ίδιο τον αθλητή αλλά σε άλλο πρόσωπο, αυτό το εισόδημα, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 7, 14 και 15, δύναται να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του προσώπου που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή του αθλητή.

 

3.   Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, εισόδημα προσώπου που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή αθλητή, κατοίκου του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, για δραστηριότητες ασκούμενες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στα πλαίσια πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ των Κυβερνήσεων των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών απαλλάσσεται του φόρου στο άλλο αυτό Κράτος.

 

 

 

Αρθρο 18. Συντάξεις

 

 

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές καταβαλλόμενες σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι προηγούμενης εξαρτημένης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

2.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, συντάξεις και άλλες παρόμοιες πληρωμές καταβαλλόμενες από την Κυβέρνηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή τοπική αρχή αυτού στα πλαίσια προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης αυτού του Κράτους δύνανται να φορολογούνται στο κράτος αυτό.

 

 

Αρθρο 19. Κυβερνητικές υπηρεσίες

 

 

1.

α) Μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές, εκτός από σύνταξη, που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή τοπική αρχή αυτού σε φυσικό πρόσωπο έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν προς το Κράτος αυτό ή τοπική αρχή αυτού, φορολογούνται μόνοσε αυτό το Κράτος.

 

β) Όμως, αυτοί οι μισθοί, τα ημερομίσθια και οι άλλες παρόμοιες αμοιβές φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αν οι υπηρεσίες παρέχονται εντός του άλλου αυτού Κράτους και το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος αυτού του άλλου Κράτους και

 

i) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους, ή

 

ii) δεν έγινε κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό παροχής των υπηρεσιών.

 

2.

α) Οποιαδήποτε σύνταξη καταβαλλόμενη από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή τοπική αρχή αυτού ή από φορείς που συστήθηκαν από το Κράτος αυτό ή την τοπική αρχή αυτού σε φυσικό πρόσωπο έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν προς το Κράτος αυτόή προς αυτή την αρχή φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

β) Όμως, μία τέτοια σύνταξη φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αν το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και υπήκοος του Κράτους αυτού.

 

3.   Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 18 εφαρμόζονται σε αμοιβές και συντάξεις έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν σε σχέση με επιχειρηματική δραστηριότητα ασκούμενη από ένα Συμβαλλόμενο ή τοπική αρχή αυτού.

 

 

Αρθρο 20. Δάσκαλοι και επιστημονικοί ερευνητές

 

 

1.   Αμοιβές φυσικού προσώπου, το οποίο είναι ή αμέσως πριν τη μετάβαση του σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ήταν κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και το οποίο ευρίσκεται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος με βασικό σκοπό τη διδασκαλία, τις διαλέξεις ή την έρευνα σε αναγνωρισμένο από το πρώτο μνημονευόμενο Κράτος Πανεπιστήμιο, κολέγιο, σχολή ή εκπαιδευτικό ίδρυμα ή ίδρυμα επιστημονικών ερευνών, τις οποίες λαμβάνει προς τον σκοπό αυτής της διδασκαλίας, των διαλέξεων ή των ερευνών, δεν φορολογείται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος για περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία της πρώτης άφιξης του στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος.

 

2.   Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται όσον αφορά σε εισόδημα από έρευνα, εάν αυτή η έρευνα αναλαμβάνεται όχι για το δημόσιο συμφέρον αλλά κυρίως για ιδιωτικόόφελος συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων.

 

 

Αρθρο 21. Σπουδαστες και εκπαιδευόμενοι

 

 

1.   Χρηματικά ποσά τα οποία σπουδαστής, μαθητευόμενος ή εκπαιδευόμενος ο οποίος είναι ή ήταν αμέσως πριν την μετάβαση του σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και ο οποίος βρίσκεται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό της εκπαίδευσης ή εξάσκησης του λαμβάνει για το σκοπό της συντήρησης, εκπαίδευσης ή εξάσκησης του δεν φορολογούνται σε αυτό το Κράτος, με την προϋπόθεση ότι τα καταβαλλόμενα αυτά προκύπτουν από πηγές που βρίσκονται εκτός αυτού του Κράτους.

 

2.   Αναφορικά με χρηματικές παροχές, υποτροφίες και αμοιβές από εργασία που δεν εντάσσονται στην παράγραφο 1, σπουδαστής, μαθητευόμενος ή εκπαιδευόμενος που περιγράφεται στην παράγραφο 1, δικαιούται επιπρόσθετα κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας εκπαίδευσης ή εξάσκησης, τις ίδιες φορολογικές απαλλαγές, ελαφρύνσεις ή εκπτώσεις οι οποίες ισχύουνγια τους κατοίκους του Κράτους στο οποίο βρίσκεται.

 

 

Αρθρο 22. Άλλα εισοδήματα

 

 

1.   Στοιχεία εισοδήματος κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, οπουδήποτε και αν προκύπτουν, των οποίων η φορολογική μεταχείριση δεν ρυθμίζεται με τα προηγούμενα Άρθρα αυτής της Συμφωνίας, φορολογούνται μόνο στο Κράτος αυτό.

 

2.   Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δενεφαρμόζονται επί εισοδήματος, με εξαίρεση το εισόδημα από ακίνητη περιουσία όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 6, αν ο δικαιούχος αυτού του εισοδήματος που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό, και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέση με την οποία καταβάλλεται το εισόδημα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

 

 

 

Αρθρο 23. Μέθοδοι εξάλειψης της διπλής φορολογίας

 

 

1.   Στην Ελληνική Δημοκρατία, η διπλή φορολογία εξαλείφεται ως εξής:

 

α) Όταν κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποκτά εισόδημα το 1 οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Συμφωνίας, δύναται να φορολογείται στην Κίνα, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνωρίζει ως έκπτωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στην Κίνα. Όμως, η έκπτωση αυτή δεν θα υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, όπως υπολογίσθηκε πριν παρασχεθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί στο εισόδημα το οποίο δύναται να φορολογείται στην Κίνα.

 

β) Όταν καταβάλλονται μερίσματα από εταιρεία κάτοικο της Κίνας σε κάτοικο της Ελληνικής Δημοκρατίας, η πίστωση φόρου, θα λαμβάνει υπόψη, πλέον του οποιουδήποτε φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (α) το φόρο τον καταβλητέο από την εταιρεία που κάνει τη διανομή σε σχέση με τα 1 κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.

 

2.   Στην Κίνα, η διπλή φορολογία θα εξαλείφεται ως εξής:

 

Όταν κάτοικος της Κίνας αποκτά εισόδημα από την Ελληνική Δημοκρατία, το ποσό του φόρου επί του εισοδήματος αυτού του καταβλητέου στην Ελληνική Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας δύναται να πιστώνεται έναντι του κινέζικου φόρου του επιβαλλόμενου στον κάτοικο αυτό. Όμως, το προς έκπτωση ποσό δεν θα υπερβαίνει το επί του εισοδήματος αυτού ποσό του κινέζικου φόρου του υπολογιζόμενου σύμφωνα με τους φορολογικούς νόμους και κανονισμούς της Κίνας.

 

 

Αρθρο 24. Μη διακριτική μεταχείρηση

 

 

1.   Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν θα υπόκεινται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή διαδικασία η οποία είναι διαφορετική ή επαχθέστερη από τη φορολογία και τις σχετικές με αυτή διαδικασίες, στις οποίες οι υπήκοοι του άλλου αυτού Κράτους υπό τις αυτές συνθήκες, ειδικότερα όσον αφορά στην κατοικία, υπόκεινται ή δύνανται να υπαχθούν. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Άρθρου 1, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επίσης σε πρόσωπα τα οποία δεν είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών.

 

2.   Η φορολογία μόνιμης εγκατάστασης την οποία επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα επιβάλλεται κατά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό σε αυτό το άλλο Κράτος από τη φορολογία που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις αυτού του άλλου Κράτους που διεξάγουν τις ίδιες δραστηριότητες.

 

Η διάταξη αυτή δεν ερμηνεύεται ότι υποχρεώνει το ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί σε κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους οποιεσδήποτε προσωπικές φορολογικές εκπτώσεις, απαλλαγές και μειώσεις τις οποίες χορηγεί στους κατοίκους του λόγω προσωπικής κατάστασης ή οικογενειακών υποχρεώσεων.

 

3.   Εκτός εάν οι διατάξεις της παραγράφου 1 του Άρθρου 9, της παραγράφου 7 του Άρθρου 11, ή της παραγράφου 6 του Άρθρου 12, εφαρμόζονται, τόκοι, δικαιώματα και άλλες πληρωμές που καταβάλλονται από επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, προκειμένου να προσδιοριστούν τα φορολογητέα κέρδη της εν λόγω επιχείρησης, αναγνωρίζονται προς έκπτωση υπό τις αυτές προϋποθέσεις ως εάν είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου μνημονευόμενου Κράτους.

 

4.   Επιχειρήσεις του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, των οποίων το κεφάλαιο εν όλω ή εν μέρει ανήκει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, δεν υπόκεινται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή διαδικασία η οποία είναι διαφορετική ή επαχθέστερη από τη φορολογία και τις σχετικές με αυτή διαδικασίες στις οποίες υπόκεινται ή δύνανται να υπαχθούν άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου μνημονευόμενου Κράτους.

 

5.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Άρθρου 2, οι διατάξεις αυτού του Άρθρου εφαρμόζονται σε φόρους κάθε είδους και μορφής.

 

 

Αρθρο 25. Διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού

 

 

1.   Όταν ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών έχουν ή θα έχουν γ' αυτό ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας μη σύμφωνης προς τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, δύναται, ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα στην εσωτερική νομοθεσία των Κρατών αυτών μέσα θεραπείας να θέσει την υπόθεση του υπόψη της αρμόδιας αρχής του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, αν εφαρμόζεται γι' αυτό το πρόσωπο η παράγραφος 1 του Άρθρου 24, της αρμόδιας αρχής του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος. Η υπόθεση πρέπει να υποβληθεί εντός τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης επιβολής φορολογίας μη σύμφωνης προς τις διατάξεις της Συμφωνίας.

 

2.   Η αρμόδια αρχή, αν η ένσταση θεωρηθεί βάσιμη και η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική λύση, προσπαθεί να επιλύει τη διαφορά με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους με σκοπό την αποφυγή φορολογίας μη σύμφωνης προς τις διατάξεις της Συμφωνίας. Οποιαδήποτε επιτευχθείσα συμφωνία εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις οριζόμενες στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλομένων Κρατών προθεσμίες.

 

3.   Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών προσπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία τις οποιεσδήποτε ανακύπτουσες ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Συμφωνίας δυσχέρειες ή αμφιβολίες. Δύνανται επίσης να συμβουλεύονται η μία την άλλη για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας όσον αφορά σε μη προβλεπόμενες από τη Συμφωνία περιπτώσεις.

 

 

4.   Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών δύνανται να επικοινωνούν μεταξύ τους απευθείας με σκοπό την επίτευξη μιας συμφωνίας κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3. Όταν κρίνεται σκόπιμο, αντιπρόσωποι των αρμόδιων αρχών των Συμβαλλόμενων Κρατών δύνανται προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία να συναντώνται για προφορική ανταλλαγή απόψεων.

 

 

Αρθρο 26. Ανταλλαγή πληροφοριών

 

 

1.   Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών ανταλλάσσουν πληροφορίες οι οποίες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Συμφωνίας ή των εσωτερικών νομοθεσιών των Συμβαλλόμενων Κρατών σε σχέση με τους φόρους που καλύπτονται από τη Συμφωνία, στο μέτρο που η φορολογία σύμφωνα με αυτές δεν είναι αντίθετη με τη Συμφωνία, ειδικότερα δε για την αποτροπή της φοροδιαφυγής όσον αφορά στους φόρους αυτούς. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από το Άρθρο 1. Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνει ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θεωρούνται απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία του Κράτους αυτού και αποκαλύπτονται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων), που σχετίζονται με τη βεβαίωση ή είσπραξη, την αναγκαστική εκτέλεση ή δίωξη, ή την εκδίκαση ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων, αναφορικά με τους φόρους που καλύπτονται από τη Συμφωνία. Τα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τους ως άνω σκοπούς. Δύνανται να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες στο δικαστήριο κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία ή σε δικαστικές αποφάσεις.

 

2.   Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν ερμηνεύονται ότι επιβάλλουν στο ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση:

 

α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα αντίθετα με τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

β) να παρέχει πληροφορίες που δεν δύνανται να αποκτηθούν σύμφωνα με τη νομοθεσία ή κατά τη συνήθη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,

 

γ) να παρέχει πληροφορίες αποκαλύπτουσες οποιοδήποτε συναλλακτικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή συναλλακτική διαδικασία, ή πληροφορία, η αποκάλυψη της οποίας θα ήταν αντίθετη με κανόνα δημόσιας τάξης (ordre public).

 

 

Αρθρο 27. Μέλη διπλωματικών και προξενικών αποστολών

 

 

Η παρούσα Συμφωνία δεν επηρεάζει κατ' ουδένα τρόπο τα φορολογικά προνόμια των μελών των διπλωματικών ή των προξενικών αποστολών τα οποία προβλέπονται από τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή από τις διατάξεις ειδικών συμφωνιών.

 

 

Αρθρο 28. Θέση σε ισχύ

 

 

1.   Τα Συμβαλλόμενα Κράτη γνωστοποιούν το ένα στο άλλο, μέσω διπλωματικής οδού, ότι οι κατά νόμο προβλεπόμενες για την θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας διαδικασίες έχουν ολοκληρωθεί.

 

 

2.   Η Συμφωνία αυτή τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα μετά την ημερομηνία της τελευταίας από τις γνωστοποιήσεις τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 και οι διατάξεις της έχουν εφαρμογή σε εισόδημα που προκύπτει κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους το οποίο αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που αμέσως ακολουθεί εκείνο εντός του οποίου η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ.

 

 

Αρθρο 29. Λήξη

 

Η παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ αορίστως, καθένα όμως Συμβαλλόμενο Κράτος δύναται να καταγγείλει τη Συμφωνία επιδίδοντας στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μέσω διπλωματικής οδού, γνωστοποίηση της καταγγελίας μέχρι την τριακοστήν Ιουνίου οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους μετά την εκπνοή μιας περιόδου πέντε ετών από την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ η παρούσα Συμφωνία.

 

Σε αυτή την περίπτωση η Συμφωνία παύει να εφαρμόζεται όσον αφορά σε εισοδήματα προκύπτοντα κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί αμέσως εκείνο εντός του οποίου επιδόθηκε η γνωστοποίηση της καταγγελίας.

 

ΣΕ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι υπογράφοντες, δεόντως προς τούτο εξουσιοδοτημένοι, υπέγραψαν τηνπαρούσα Συμφωνία.

 

Έγινε στην Πεκίνο την 3η ημέραν του Ιουνίου 2002 σε δύο πρωτότυπα, στην Ελληνική, Κινεζική και Αγγλική γλώσσα, των τριών κειμένων όντων εξίσου αυθεντικών.

Σε περίπτωση οποιασδήποτε διαφοράς ερμηνείας μεταξύ του Κινεζικού και του Ελληνικού κειμένου, το αγγλικό κείμενο υπερισχύει.

 

Για την Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας

 

Για την Κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

 

 

 

Άρθρο δεύτερο

 

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 28 παράγραφος 2 αυτής.

 

                                                                                          Αθήνα, 4 Απριλίου 2005