Τουρκία
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3228/04 (Φ.E.K. 32/2004/9-2-2004 τ.A').
Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος.
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της .Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος, που υπογράφηκε στην Άγκυρα-στις 2 Δεκεμβρίου 2003, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ωςεξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣΕΛΛΗΝΙΚΉΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ επιθυμώντας να συνάψουν Συμφωνία για την αποφυγή της· διπλής φορολογίας αναφορικά, με τους φόρους εισοδήματος
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
Αρθρο 1. Πρόσωπα επί των οποίων εφαρμόζεται η συμφωνία
Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στα πρόσωπα που είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών.
Αρθρο 2. Φόροι που καλύπτονται
1. Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος που επιβάλλονται για λογαριασμό καθενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη ή των πολιτικών υποδιαιρέσεων ή των τοπικών αρχών, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιβάλλονται.
2. Φόροι εισοδήματος θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα ή σε στοιχεία του εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων των φόρων που επιβάλλονται στην ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας, καθώς και των φόρων που επιβάλλονται στην υπεραξία που προκύπτει από την ανατίμηση του κεφαλαίου.
3. Οι υφιστάμενοι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία ειδικότερα είναι:
α) στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας
ι) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων
ιι) ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων (αποκαλούμενοι στο εξής ως Ελληνικός φόρος"),
β) Στην περίπτωση της Τουρκίας
ί) ο φόρος εισοδήματος
ιι) ο φόρος εισοδήματος εταιριών
ιιι) Η επιβάρυνση που επιβάλλεται στον φόρο εισοδήματος και στο φόρο εισοδήματος εταιριών (αποκαλούμενοι στο εξής ως "Τουρκικός φόρος").
4. Η Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε οποιουσδήποτε ταυτόσημους ή ουσιωδώς παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται μετά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας Συμφωνίας επιπρόσθετα, ή στη θέση των υφιστάμενων φόρων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών, θα γνωστοποιούν η μία στην άλλη οποιαδήποτε ουσιώδη μεταβολή έχει επέλθει στην αντίστοιχη φορολογική νομοθεσία τους.
Αρθρο 3. Γενικοί ορισμοί
1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας εκτός αν ορίζει διαφορετικά το κείμενο:
α) Ο όρος "Ελληνική Δημοκρατία" περιλαμβάνει το έδαφος της Εθνικής Δημοκρατίας, τα χωρικά της ύδατα, καθώς και τις θαλάσσιες περιοχές στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία έχει δικαιοδοσία ή κυριαρχικά δικαιώματα προς τον σκοπό εξερεύνησης, εξόρυξης και διατήρησις των φυσικών της πόρων, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο,
β) Ο όρος "Τουρκία" περιλαμβάνει το έδαφος της Τουρκικής Δημοκρατίας, τα χωρικά της ύδατα καθώς επίσης και τις θαλάσσιες περιοχές στις οποίες η Τουρκία έχει δικαιοδοσία ή κυριαρχικά δικαιώματα προς τον σκοπό της εξερεύνησης, εξόρυξης και διατήρησης, των φυσικών της πόρων, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
γ) Ο όρος "φόρος" σημαίνει οποιοδήποτε φόρο καλύπτεται από το Άρθρο 2 αυτής της Συμφωνίας,
δ) ο όρος "πρόσωπο" περιλαμβάνει ένα φυσικό πρόσωπο, μια εταιρία και οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων,
ε) ο όρος "εταιρία" σημαίνει οποιαδήποτε εταιρική μορφή κεφαλαιουχικού χαρακτήρα ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει την ίδια φορολογική μεταχείριση με μια εταιρία,
ζ) Ο όρος "εγγεγραμμένο γραφείο" υποδηλώνει νομική έδρα επιχείρησης που είναι εγγεγραμμένη βάσει τωννόμων του κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους.
η) ο όρος "υπήκοος" υποδηλώνει:
(ϊ) κάθε φυσικό πρόσωπο που κατέχει την υπηκοότητα ενός Συμβαλλόμενου Κράτους,
(ιι) κάθε νομικό πρόσωπο, συμμετοχική εταιρία ή ένωση που αντλεί την ιδιότητα του ως τέτοιο από τους ισχύοντες νόμους σε ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη,
θ) οι όροι "επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους" και "επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους" υποδηλώνουν αντίστοιχα, μια επιχείρηση που διεξάγεται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μια επιχείρηση του διεξάγεται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,
ι) οι όροι "ένα Συμβαλλόμενο Κράτος" και το "άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος" υποδηλώνουν την Ελληνική Δημοκρατία ή την Δημοκρατία της Τουρκίας όπως απαιτεί το περιεχόμενο,
κ) ο όρος "αρμόδια αρχή" υποδηλώνει:
ι) στην Ελληνική Δημοκρατία, τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του,
ιι) στην Δημοκρατία της-Τουρκίας, τον Υπουργό Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του,
λ) Ο όρος "διεθνείς μεταφορές" υποδηλώνει οποιαδήποτε μεταφορά με αεροσκάφος, ή φορτηγό όχημα την εκμετάλλευση του οποίου έχει μια επιχείρηση που έχει την έδρα της άσκησης των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή από ένα πλοίο το όποιο είναι εγγεγραμμένο σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος εκτός εάν το πλοίο, αεροσκάφος ή φορτηγό όχημα εκτελεί δρομολόγια ή πλόες αποκλειστικά μεταξύ τοποθεσιών μέσα σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος.
2. Όσον αφορά την εφαρμογή της Συμφωνίας από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, ανά πάσα στιγμή, οποιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται σε αυτήν θα έχει, εκτός εάν το κείμενο ορίζει διαφορετικά, την έννοια την οποία έχει κατά τη στιγμή της εφαρμογής σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, όσον αφορά τους φόρους στους οποίους εφαρμόζεται η Συμφωνία, οποιαδήποτε έννοια δίδεται σύμφωνα με τους εφαρμοζόμενους φορολογικούς νόμους αυτού του Κράτους υπερισχύει εκείνης της έννοιας που δίδεται σε αυτόν τον όρο σύμφωνα με άλλους νόμους του Κράτους αυτού.
Αρθρο 4. Κάτοικος
1. Για τους σκοπούς της Συμφωνίας, ο όρος "κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους" σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο, σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους αυτού, υπόκειται σε φόρο λόγω του τόπου διαμονής του, της κατοικίας του, της έδρας άσκησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου παρόμοιας φύσης και περιλαμβάνει επίσης αυτό το Κράτος και οποιαδήποτε πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού. Αυτός ο όρος όμως, δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που φορολογείται σε αυτό το Κράτος αναφορικά με το εισόδημα που προέρχεται από πηγές του Κρότους αυτού.
2. Αν, σύμφωνα με τις διατάζεις της παραγράφου 1 , ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, τότε η ιδιότητα του θα προσδιοριστεί ως εξής:
α) θα θεωρηθεί ότι είναι κάτοικος του Κράτους στο οποίο έχει μόνιμη οικογενειακή εστία, αν έχει μόνιμη οικογενειακή εστία και στα δύο Κράτη, θα θεωρηθεί ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους με το οποίο διατηρεί στενότερους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμφερόντων) ,
β) αν το Κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων δεν μπορεί να προσδιορισθεί, ή αν δεν έχει μόνιμη οικογενειακή εστία σε κανένα από τα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του,
γ) αν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Κράτη ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος,
δ) αν είναι υπήκοος και των δύο Κρατών ή κανενός από τα δύο οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών θα διευθετούν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία
3. Αν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 , ένα πρόσωπο εκτός από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, τότε θα θεωρηθεί ότι είναι κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο έχει έδρα το εγγεγραμμένο γραφείο του.
Αρθρο 5. Μόνιμη εγκατάσταση
1. Για τους σκοπούς αυτής της Συμφωνίας, όρος “μόνιμη εγκατάσταση" υποδηλώνει έναν καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, μέσω του οποίου οι εργασίες μιας επιχείρησης διεξάγονται εν όλω ή εν μέρει.
2. Ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση" περιλαμβάνει ειδικότερα:
α) έδρα διοίκησης,
β) υποκατάστημα,
δ) εργοστάσιο,
ε) εργαστήριο και
ζ) ορυχείο, πηγή πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποιοδήποτε άλλο τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων.
3. Ο όρος “μόνιμη εγκατάσταση" επίσης περιλαμβάνει:
α) ένα εργοτάξιο ή έργο κατασκευής, συναρμολόγησης ή εγκατάστασης, ή δραστηριότητες επίβλεψης συνδεόμενες με αυτά, μόνο εάν το εργοτάξιο αυτό ή το έργο ή δραστηριότητες έχουν διάρκεια μεγαλύτερη των δέκα (10) μηνών
β) η παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και των συμβουλευτικών υπηρεσιών, από μια επιχείρηση μέσω υπαλλήλων ή άλλου προσωπικού το οποίο απασχολείται από την επιχείρηση για τον σκοπό αυτό, αλλά μόνο όταν οι δραστηριότητες αυτής της μορφής διαρκούν (για το ίδιο ή για ένα συνδεόμενο σχέδιο) μέσα στο ίδιο Κράτος για μια περίοδο ή περιόδους οι οποίες αθροιστικά ανέρχονται σε διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών μέσα σε οποιαδήποτε δωδεκάμηνη περίοδο.
4. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, ο όρος "μόνιμη εγκατάσταση" θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:
α) τη χρήση διευκολύνσεων αποκλειστικά με σκοπό την αποθήκευση ή έκθεση αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση,
β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό την αποθήκευση ή έκθεση,
γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση, αποκλειστικά με σκοπό την επεξεργασία από άλλη επιχείρηση,
δ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αποκλειστικά με σκοπό την αγορά, αγαθών ή εμπορευμάτων ή για την συλλογή πληροφοριών για την επιχείρηση,
ε) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση, για την επιχείρηση, οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας βοηθητικού ή προπαρασκευαστικού χαρακτήρα,
ζ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση συνδυασμένων δραστηριοτήτων από τις αναφερόμενες στις υποπαραγράφους α) έως ε), εφόσον η συνολική δραστηριότητα του εν λόγω καθορισμένου τόπου που προκύπτει από αυτόν τον συνδυασμό είναι βοηθητικού ή προπαρασκευαστικού χαρακτήρα.
5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, όταν ένα πρόσωπο -εκτός από ανεξάρτητο πράκτορα, για τον οποίο έχει εφαρμογή η παράγραφος 6ενεργεί στο ένα Συμβαλλόμενο Κράτος για λογαριασμό μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, αυτή η επιχείρηση θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο πρώτο μνημονευόμενο αυτό Κράτος όσον αφορά οποιεσδήποτε δραστηριότητες αναλαμβάνει το πρόσωπο αυτό για την επιχείρηση, αν αυτό το πρόσωπο:
α) έχει την εξουσιοδότηση και συνήθως την εξασκεί σε αυτό το Κράτος, να συνάπτει συμβόλαια στο όνομα της επιχείρησης, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτού του προσώπου περιορίζονται σε αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, οι οποίες εάν και ασκούνται μέσω ενός καθορισμένου τόπου άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, δεν θα καθιστούν αυτόν τον καθορισμένο τόπο άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας μόνιμη εγκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της παραγράφου ή
β) δεν έχει αυτή την εξουσιοδότηση, αλλά συνήθως διατηρεί στο πρώτο - μνημονευόμενο Κράτος ένα απόθεμα αγαθών ή εμπορευμάτων από το οποίο παραδίδει αγαθά ή εμπορεύματα συστηματικά για λογαριασμό της επιχείρησης.
6. Μια επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος απλά και μόνο επειδή διεξάγει εργασίες σε αυτό το Κράτος μέσω μεσίτη, γενικού αντιπροσώπου με προμήθειαή άλλου ανεξάρτητου πράκτορα, εφόσον τα πρόσωπα αυτά ενεργούν μέσα στα συνήθη πλαίσια της δραστηριότητας τους.
7. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου και τις διατάξεις του Άρθρου 14, ένα πρόσωπο το οποίο είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και ασκεί δραστηριότητες σχετικά με προκαταρτικές έρευνες, εξερεύνηση, εξόρυξη ή εκμετάλλευση φυσικών πόρων που βρίσκονται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, θα θεωρείται ότι ασκεί στο πλαίσιο αυτών των δραστηριοτήτων, επιχείρηση στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης ή καθορισμένης βάσης που βρίσκεται εκεί, εκτός εάν αυτές οι δραστηριότητες ασκούνται για μια περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν τις 30 ημέρες στο σύνολο μέσα σε οποιαδήποτε (12) δωδεκάμηνη περίοδο. Πάντως, για τους σκοπούς αυτής της παραγράφου:
α) όταν μια επιχείρηση η οποία ασκεί δραστηριότητες στο άλλο Κράτος συνδέεται με άλλη επιχείρηση και αυτή η άλλη επιχείρηση συνεχίζει ως τμήμα του αυτού έργου τις ίδιες δραστηριότητες οι οποίες διεξάγονται ή διεξάγονταν από την πρώτη αναφερόμενη επιχείρηση και οι δραστηριότητες που ασκούνται από τις δύο επιχειρήσεις υπερβαίνουν - όταν προστίθενται μαζί - μια περίοδο (30) τριάντα ημερών, τότε κάθε επιχείρηση θα θεωρείται ότι διεξάγει την δραστηριότητα της για περίοδο η οποία υπερβαίνει τις 30 ημέρες σε μια δωδεκάμηνη περίοδο
β) δύο επιχειρήσεις θα θεωρούνται ότι σχετίζονται εάν η μια ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από την άλλη, και οι δύο ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τρίτο πρόσωπο.
8. Μια ασφαλιστική εταιρία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους θα θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν εισπράττει ασφάλιστρα σε αυτό το άλλο Κράτος μέσω ενός πράκτορα - εκτός από τον πράκτορα για τον οποίο η παράγραφος 7 εφαρμόζεται - ή ασφαλίζει κινδύνους που βρίσκονται στο άλλο αυτό Κράτος μέσω ενός τέτοιου πράκτορα.
9. Το γεγονός ότι μια εταιρία η οποία είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από μια εταιρία η οποία είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή η οποία διεξάγει δραστηριότητα στο άλλο αυτό Κράτος (είτε μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης είτε άλλως) από μόνο του το γεγονός αυτό δεν καθιστά καμία επιχείρηση μόνιμη εγκατάσταση της άλλης.
Αρθρο 6. Εισόδημα από ακίνητη περιουσία
1. Εισόδημα πού που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (περιλαμβανομένου του εισοδήματος από γεωργία ή δασοκομία) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
2. Ο όρος "ακίνητη περιουσία" θα έχει την έννοια που ορίζεται από την νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω περιουσία. Ο όρος σε κάθε περίπτωση περιλαμβάνει περιουσία παρεπόμενη της ακίνητης περιουσίας, τα ζώα και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στη γεωργία (συμπεριλαμβανομένων της εκτροφής και της ιχθυοκαλλιέργειας) και τη δασοκομία, δικαιώματα, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δικαίου για την έγγειο ιδιοκτησία, επικαρπία ακίνητης περιουσίας και δικαιώματα τα οποία παρέχουν πληρωμές μεταβλητές ή καθορισμένες ως αντάλλαγμα για την εκμετάλλευση ή για το δικαίωμα εκμετάλλευσης, μεταλλευτικών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων. Πλοία, πλοιάρια και αεροσκάφη δεν θεωρούνται ωςακίνητη περιουσία.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται σε εισόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση, εκμίσθωση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής χρήση ακίνητης περιουσίας.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 θα εφαρμόζονται επίσης και για εισοδήματα από ακίνητη περιουσία μιας επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία η οποία χρησιμοποιείται για την άσκηση μη εξαρτημένων προσωπικών υπηρεσιών.
Αρθρο 7. Κέρδη επιχειρήσεων
1 . Τα κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό. Αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες όπως προαναφέρθηκε, τότε τα κέρδη της επιχείρησης μπορούν να φορολογούνται στο άλλο Κράτος, αλλά μόνο ως προς το τμήμα αυτών που αποδίδονται σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση.
2. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, εάν μια επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, τότε σε καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη αποδίδονται στην μόνιμη αυτή κατάσταση τα κέρδη τα οποία υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιούσε, αν αυτή ήταν μια διαφορετική και ανεξάρτητη επιχείρηση που ασχολείται με την ίδια ή παρόμοια δραστηριότητα - κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και που συναλλάσσεται με την επιχείρηση της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση με εντελώς ανεξάρτητο τρόπο.
3. Κατά τον προσδιορισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης, αναγνωρίζονται προς έκπτωση δαπάνες που πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστικών και γενικών διοικητικών εξόδων, είτε στο Κράτος που βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση, είτε αλλού. Ωστόσο, καμία έκπτωση δεν θα επιτρέπεται όσον αφορά τη συμμετοχή στα έξοδα και τις ζημίες του κεντρικού καταστήματος της επιχείρησης ή της μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκονται στο εξωτερικό και καθώς επίσης τα ποσά που πληρώνονται από τη μόνιμη εγκατάσταση στο κεντρικό κατάστημα της επιχείρησης ή οποιασδήποτε άλλης μόνιμης εγκατάστασης, υπό τη μορφή δικαιωμάτων, τόκων, προμηθειών ή άλλων παρόμοιων πληρωμών.
4. Κανένα κέρδος δεν θεωρείται ότι ανήκει σε μόνιμη εγκατάσταση λόγω απλής αγοράς αγαθών και εμπορευμάτων από τη μόνιμη εγκατάσταση για λογαριασμό της επιχείρησης.
5. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση, προσδιορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο, εκτός αν υπάρχουν βάσιμοι και επαρκείς λόγοι για το αντίθετο.
6. Σε περίπτωση που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοιχεία εισοδήματος για τα οποία γίνεται ιδιαίτερη αναφορά σε άλλα Άρθρα αυτής της Συμφωνίας, τότε οι διατάξεις αυτών των Άρθρων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου.
Αρθρο 8. Ναυτιλιακές, αεροπορικές & οδικές μεταφορές
1. Κέρδη προερχόμενα από την εκμετάλλευση πλοίων σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο είναι νηολογημένα τα πλοία.
2. Κέρδη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που προέρχονται από την εκμετάλλευση αεροσκάφους ή φορτηγού οχήματος σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 αυτού του Άρθρου έχουν επίσης εφαρμογή στα κέρδη που πραγματοποιούνται από συμμετοχή σε "POOL", σε κοινοπρακτικής μορφής εκμετάλλευση ή σε πρακτορείο που λειτουργεί σε διεθνές επίπεδο.
Αρθρο 9. Συνδεόμενες επιχειρήσεις
1.Αν:
α) επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης "του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή
β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, και σε καθεμιά από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν ή επιβάλλονται μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορικές ή οικονομικές σχέσεις τους όροι οι οποίοι διαφέρουν από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε οποιαδήποτε κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από μια από τις επιχειρήσεις, αλλά λόγω αυτών των όρων, δεν έχουν πραγματοποιηθεί, μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στα κέρδη αυτήςτης επιχείρησης και να φορολογούνται ανάλογα.
2. Αν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος περιλαμβάνει στα κέρδη μιας επιχείρησης αυτού του Κράτους - και φορολογεί ανάλογα κέρδη για τα οποία μια επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους έχει φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος και τα περιληφθέντα κατ' αυτόν τον τρόπο είναι κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση του πρώτου μνημονευθέντος Κράτους, αν οι όροι που έχουν τεθεί μεταξύ των δύο επιχειρήσεων είναι οι ίδιοι με εκείνους που θα ετίθετο μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτό το άλλο Κράτος, προσαρμόζει ανάλογα το ποσό του φόρου που έχει επιβληθεί μέσα σε αυτό το Κράτος, επί εκείνων των κερδών. Κατά τον καθορισμό μιας τέτοιας προσαρμογής πρέπει να ληφθούν υπόψη οι λοιπές διατάξεις αυτής της Σύμβασης και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών συμβουλεύοντας η μία την άλλη αν κριθεί απαραίτητο.
Αρθρο 10. Μερίσματα
1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία που είναι κάτοικος ενός εκ των Συμβαλλομένων Κρατών σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογηθούν σε αυτό το άλλο Κράτος.
2. Εντούτοις τέτοια μερίσματα, μπορούν επίσης να φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος, του οποίου η εταιρία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο δικαιούχος των μερισμάτων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει το 15% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων. Οι αρμόδιες φορολογικές αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα καθορίζουν με αμοιβαίο διακανονισμό τον τρόπο εφαρμογής αυτών των περιορισμών. Η παράγραφος αυτή δεν επηρεάζει τη φορολογία της εταιρίας αναφορικά μετά κέρδη έκτων οποίων καταβάλλονται τα μερίσματα.
3. Ο όρος "μερίσματα" όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο, υποδηλώνει, εισόδημα από μετοχές, μετοχές ή δικαιώματα "επικαρπίας", ιδρυτικούς τίτλους ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη, που δεν αποτελούν απαιτήσεις από χρέη καθώς επίσης και εισόδημα από εταιρικά δικαιώματα το οποίο υπόκειται στην ίδια φορολογική μεταχείριση με το εισόδημα από μετοχές σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους του οποίου είναι κάτοικος η εταιρία που διενεργεί τη διανομή, και το εισόδημα προκύπτει από επενδυτικό κεφάλαιο και επενδυτικό οργανισμό.
4. Κέρδη μιας εταιρίας ενός Συμβαλλόμενου Κράτους η οποία διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης η οποία βρίσκεται εκεί, αφού έχει φορολογηθεί σύμφωνα με το Άρθρο 7, μπορεί να φορολογηθεί για το υπόλοιπο ποσό στο συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση και σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του Άρθρου.
5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν θα έχουν εφαρμογή αν ο δικαιούχος των μερισμάτων, όντας κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, του οποίου η εταιρία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος, μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης, που βρίσκεται σε αυτό ή παρέχει ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες σε αυτό το άλλο Κράτος μέσω μιας καθορισμένης βάσης που βρίσκεται σε αυτό και η συμμετοχή (holding) σε σχέση με την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των Άρθρων 7 ή 14 ανάλογα με την περίπτωση.
Αρθρο 11. Τόκοι
1. Τόκος που προκύπτει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλεται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος
2. Ο τόκος αυτός, όμως, μπορεί επίσης να φορολογηθεί στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτει και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν δικαιούχος του τόκου είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται δεν μπορεί να. υπερβαίνει το 12% του ακαθάριστου ποσού του τόκου. Οι αρμόδιες φορολογικές αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα καθορίζουν με αμοιβαίο διακανονισμό τον τρόπο εφαρμογής αυτών των περιορισμών.
3. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 2, τόκος ο οποίος προκύπτει:
α) Στην Ελληνική Δημοκρατία και καταβάλλεται στην Δημοκρατία της Τουρκίας ή στην Κεντρική Τράπεζα της Δημοκρατίας της Τουρκίας (Turkiye Cumhuriyet Merkez Bankasi) θα εξαιρείται από τον ελληνικό φόρο,
β) στην Τουρκική Δημοκρατία και καταβάλλεται στην Εθνική Δημοκρατία ή στην Κεντρική Τράπεζα της Ελληνικής Δημοκρατίας θα εξαιρείται από τον τουρκικό φόρο.
4. Ο όρος "τόκος" όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο, σημαίνει εισόδημα από απαιτήσεις, από χρέη κάθε είδους, είτε εξασφαλίζονται με υποθήκη είτε όχι είτε παρέχουν είτε όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη και ειδικότερα εισόδημα από κρατικά χρεόγραφα και εισόδημα από ομολογίες με ή χωρίς ασφάλεια, καθώς επίσης και οποιοδήποτε εισόδημα που θεωρείται εισόδημα εκ δανεισμού σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο προκύπτει το εν λόγω εισόδημα.
5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή αν ο δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, μέσω μόνιμης εγκατάστασης σε αυτό, ή παρέχει σε αυτό το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό και η απαίτηση του χρέους σε σχέση με την οποία καταβάλλεται ο τόκος συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των Άρθρων 1 ή 14 ανάλογα με την περίπτωση.
6. Τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, όταν ο καταβάλλων είναι το ίδιο αυτό το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος αυτού του Κράτους. Αν όμως το πρόσωπο που καταβάλλει τους τόκους, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η οφειλή για την οποία καταβάλλεται ο τόκος και αυτός ο τόκος βαρύνει αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε αυτός ο τόκος θεωρείται ότι προκύπτει στο Κράτος που βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.
7. Σε περίπτωση που, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπόψη της απαίτησης από το χρέος για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις αυτού του Άρθρου θα έχουν εφαρμογή μόνο στο τελευταίο αναφερθέν ποσό. Σε αυτή την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλομένου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
Αρθρο 12. Δικαιώματα
1. Δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.
2. Ωστόσο αυτά τα δικαιώματα, μπορούν, επίσης να φορολογηθούν στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα, με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο δικαιούχος των δικαιωμάτων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, τότε ο φόρος που επιβάλλεται δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων. Οι αρμόδιες φορολογικές αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα καθορίζουν με αμοιβαίο διακανονισμό τον τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορισμού.
3. Ο όρος "δικαιώματα" όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το Άρθρο, σημαίνει πληρωμές κάθε είδους που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση, ή το δικαίωμα χρήσης, οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής (copyright) φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας, περιλαμβανομένων των κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών ή άλλων μέσων αναπαραγωγής εικόνας ή ήχου για τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, σχεδίου ή πρότυπου μηχανολογικού σχεδίου, μυστικού τύπου ή διαδικασία παραγωγής ή για πληροφορίες που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία, ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή αν ο δικαιούχος των δικαιωμάτων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σε αυτό και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέση με την οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε αυτή την περίπτωση θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των Άρθρων 7 και 14 ανάλογα με την περίπτωση.
5. Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν εντός ενός Συμβαλλομένου Κράτους αν ο καταβάλλων είναι το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος αυτού του Κράτους. Αν, όμως, το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σ' ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η υποχρέωση καταβολής των δικαιωμάτων και τα δικαιώματα αυτά βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε τα εν λόγω δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.
6. Σε περίπτωση που, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ή μεταξύ, αυτών των δύο και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των δικαιωμάτων, σχετικά με τη χρήση, το δικαίωμα ή την πληροφορία για τα οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου, ελλείψει μίας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου έχουν εφαρμογή μόνο στο τελευταίο αναφερθέν ποσό. Σ' αυτή την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος της καταβολής φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.
Αρθρο 13. Ωφέλεια από κεφάλαιο
1. Ωφέλεια ή εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από τη μεταβίβαση κυριότητας ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο Άρθρο 6 και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σ' αυτό το άλλο Κράτος.
2. Ωφέλεια από τη μεταβίβαση κυριότητας κινητής περιουσίας που αποτελεί τμήμα της επιχειρηματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε σταθερή βάση την οποία διαθέτει κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τον σκοπό της παροχής ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της ωφέλειας από τη μεταβίβαση της κυριότητας αυτής της μόνιμης εγκατάστασης (μόνης ή με ολόκληρη την επιχείρηση) ή αυτής της σταθερής βάσης, μπορεί να φορολογείται σ' αυτό το άλλο Κράτος.
3. Ωφέλεια από τη μεταβίβαση της κυριότητας πλοίων, αεροσκαφών ή φορτηγών οχημάτων που εκτελούν διεθνείς μεταφορές ή κινητής περιουσίας που συνδέεται μέ την εκμετάλλευση τέτοιων πλοίων, αεροσκαφών ή φορτηγών οχημάτων φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο τα κέρδη από την εκμετάλλευση των εν λόγω πλοίων, αεροσκαφών ή φορτηγών οχημάτων, φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.
4. Ωφέλεια από τη μεταβίβαση κυριότητας οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από εκείνη που αναφέρεται στις παραγράφους 1,2 και 3, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου είναι κάτοικος ο μεταβιβάζων την περιουσία. Εντούτοις ωφέλεια από κεφάλαιο που αναφέρεται στην προηγούμενη πρόταση και που προκύπτει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν η χρονική περίοδος μεταξύ κτήσης και εκποίησης δεν υπερβαίνει το ένα έτος.
5. Οποιαδήποτε πληρωμή λαμβάνεται ως ανταμοιβή για την πώληση δικαιώματος (εκτός του βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού) όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 12, θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 12, εκτός και αν αποδειχθεί ότι η υπό συζήτηση πληρωμή είναι πληρωμή από πραγματική μεταβίβαση της αναφερόμενης περιουσίας.
Στην περίπτωση αυτή θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του, Άρθρου 13.
Αρθρο 14. Ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες
1. Εισόδημα που αποκτάται από ένα φυσικό πρόσωπο κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι επαγγελματικών .υπηρεσιών ή άλλων δραστηριοτήτων ανεξάρτητου χαρακτήρα φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος. Εντούτοις, τέτοιο εισόδημα μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν αυτές οι υπηρεσίες ή δραστηριότητες ασκούνται στο άλλο αυτό Κράτος και:
α) έχει σταθερή βάση που είναι τακτικά διαθέσιμη σε αυτόν στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τον σκοπό εκτέλεσης των δραστηριοτήτων του, ή
β) η παραμονή του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για το σκοπό της εκτέλεσης των υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων του είναι για μια περίοδο ή περιόδους που υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες σε οποιαδήποτε δωδεκάμηνη περίοδο που αρχίζει ή τελειώνει μέσα στο σχετικό οικονομικό έτος. Σε αυτές τις περιπτώσεις μόνο το ποσό του εισοδήματος που αποδίδεται σε αυτή τη σταθερή βάση ή που προκύπτει από τις υπηρεσίες ή δραστηριότητες που εκτελούνται κατά τη διάρκεια της παρουσίας του σε αυτό το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος.
2. Ο όρος "επαγγελματικές υπηρεσίες" συμπεριλαμβάνει, ειδικά, ανεξάρτητες επιστημονικές, φιλολογικές, καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες καθώς επίσης και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.
Αρθρο 15. Εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των Άρθρων 16,18, 19 και 20 μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που αποκτά κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι εξαρτημένης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος εκτός αν η απασχόληση ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. Αν η απασχόληση ασκείται με αυτό τον τρόπο, η αμοιβή που αποκτάται από αυτή μπορεί να φορολογείται στο άλλο αυτό Κράτος.
2. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, αμοιβή που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι εξαρτημένης απασχόλησης που ασκείται στο άλλοΣυμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται μόνο στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος εάν:
α) ο δικαιούχος της αμοιβής βρίσκεται στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 μέρες σε μια περίοδο δώδεκα μηνών η οποία αρχίζει ή τελειώνει στο συγκεκριμένο οικονομικό έτος, και
β) η αμοιβή καταβάλλεται από, ή για λογαριασμό, εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους, και
γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση που έχει ο εργοδότης στο άλλο Κράτος.
3. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, αμοιβή που αποκτάται έναντι εξαρτημένης, απασχόλησης που ασκείται σε πλοίο, αεροσκάφος ή φορτηγό όχημα από δραστηριότητές τους σε διεθνείς μεταφορές, μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο φορολογούνται τα κέρδη από την εκμετάλλευση του πλοίου, του αεροσκάφους ή του φορτηγού οχήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.
Αρθρο 16. Αμοιβές διευθυντών
Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που αποκτώνται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους υπό την ιδιότητα του ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μιας εταιρίας που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, μπορεί να φορολογούνται σ αυτό το άλλο Κράτος.
Αρθρο 17. Καλλιτέχνες και αθλητές
1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των Άρθρων 14 και 15, εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ως πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας, όπως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης ή μουσικός ή ως αθλητής, από την άσκηση αυτών των προσωπικών δραστηριοτήτων του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορούν να φορολογούνται σ' αυτό τοάλλο Κράτος.
2. Αν εισόδημα από την άσκηση προσωπικών δραστηριοτήτων από πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή από αθλητή, υπό την ιδιότητα του αυτή, δεν περιέρχεται στο ίδιο το πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή στον ίδιο τον αθλητή αλλά σε άλλο πρόσωπο, αυτό το εισόδημα μπορεί, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των Άρθρων 7, 14 και 15, να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του προσώπου που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ήτου αθλητή.
3. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, εισόδημα που αποκτάται από δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι οποίες πραγματοποιούνται κάτω από μια πολιτιστική συμφωνία ή διευθέτηση μεταξύ των Συμβαλλομένων Κρατών θα εξαιρείται του φόρου στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο αυτές οι δραστηριότητες ασκούνται εάν η επίσκεψη σε αυτό το Κράτος είναι ολικώς ή ουσιαστικώς χρηματοδοτούμενη από δημόσια κεφάλαια του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους ή μιας πολιτικής υποδιαίρεσης ή τοπικής αρχής αυτού.
Αρθρο 18. Συντάξεις
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του Άρθρου 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι προηγούμενης εξαρτημένης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος. Αυτή η διάταξη θα έχει εφαρμογή και στις ισόβιες παροχές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους.
2. Ο όρος "ισόβιες παροχές" σημαίνει ένα συγκεκριμένο ποσό που καταβάλλεται περιοδικά σε καθορισμένα χρονικά διαστήματα, συνεπεία αναληφθείσας υποχρέωσης περί πραγματοποιήσεως των καταβολών αυτών. ¨Έναντι επαρκούς και πλήρους χρηματικού ανταλλάγματος ή ανταλλάγματος δεκτικού αποτίμησης σε χρήμα.
Αρθρο 19. Κυβερνητικές υπηρεσίες
1.
α) Μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές, εκτός από σύνταξη, που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μια πολιτική υποδιαίρεση ή μια τοπική αρχή αυτού σ' ένα φυσικό πρόσωπο έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν προς το Κράτος αυτό ή την τοπική αρχή, φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος.
β) Εντούτοις, αυτοί οι μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αν οι υπηρεσίες παρέχονται μέσα στο Κράτος αυτό και το φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι κάτοικος αυτού του Κράτους:
(ι) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους ή
(ιι) δεν έγινε κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό παροχής των υπηρεσιών.
2.
α) Οποιαδήποτε σύνταξη που καταβάλλεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή από πολιτική υποδιαίρεση ή μία τοπική αρχή αυτού ή από ταμεία που συστάθηκαν από αυτά, σ' ένα φυσικό πρόσωπο έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν προς το Κράτος αυτό ή προς μια πολιτική υποδιαίρεση ή την τοπική αρχή αυτού, φορολογείται μόνο σ' αυτό το Κράτος.
β) Ωστόσο η σύνταξη αυτή, φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αντο φυσικό πρόσωπο είναι υπήκοος και κάτοικος του Κράτους αυτού.
3. Οι διατάξεις των Άρθρων 15,16,17 και 18 εφαρμόζονται σε μισθούς, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές και σε συντάξεις, έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν σε σχέση με επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μια πολιτική υποδιαίρεση ή μια τοπική αρχή αυτού.
Αρθρο 20. Εκπαιδευτικοί & σπουδαστές
1. Χρηματικά ποσά, τα οποία σπουδαστής ή μαθητευόμενος λαμβάνει για το σκοπό της συντήρησης, εκπαίδευσης ή εξάσκησης του, και ο οποίος είναι ή ήταν αμέσως πριν τηνμετάβαση του στο ένα Συμβαλλόμενο Κράτος κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και οποίος βρίσκεται στο πρώτος μνημονευόμενο Κράτος αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό της εκπαίδευσης ή εξάσκησης του, δεν φορολογούνται σε αυτό το Κράτος, με την προϋπόθεση ότι τα καταβαλλόμενα αυτά ποσά προκύπτουν από πηγές που βρίσκονται εκτός αυτού του Κράτους.
2. Εάν ένας εκπαιδευτικός, ο οποίος είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενο Κράτος, και ο οποίος μετά από πρόσκληση ενός πανεπιστημίου, κολεγίου ή άλλου παρομοίου εκπαιδευτικού οργανισμού αναγνωρισμένου ως τέτοιου από τις αρμόδιες αρχές σε αυτό το άλλο Κράτος, επισκέπτεται αυτό το άλλο Κράτος για μια χρονική περίοδο που δεν ξεπερνά τα δύο έτη μόνο για τον σκοπό διδασκαλίας ή έρευνας ή και για τα δύο σε τέτοιο εκπαιδευτικό οργανισμό, οποιαδήποτε αποζημίωση λαμβάνει αυτό το άτομο για διδασκαλία ή έρευνα θα εξαιρείται του φόρου στο άλλο αυτό Συμβαλλόμενο Κράτος υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η αποζημίωση, για την εφαρμογή αυτού του Άρθρου, υπόκειται σε φορολόγηση στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος.
3. Αποζημίωση την οποία σπουδαστής ή εκπαιδευόμενος ο οποίος είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους λαμβάνει από την εργασία η οποία ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για μια περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν τις 183 ημέρες στη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους, με σκοπό να αποκτήσει πρακτική εμπειρία που σχετίζεται με την εκπαίδευση ή την εξειδίκευση του, δεν θα φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
Αρθρο 21. Άλλα εισοδήματα
1. Στοιχεία εισοδήματος που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, τα οποία δεν αναφέρονται στα προηγούμενα Άρθρα αυτής της Σύμβασης, μπορεί να φορολογούνται σε αυτό το Κράτος.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου αυτού του Άρθρου, δεν θα έχουν εφαρμογή σε εισόδημα, εκτός από εισόδημα από ακίνητη περιουσία, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 6, εάν ο λήπτης αυτού του εισοδήματος είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό ή ασκεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ανεξάρτητες υπηρεσίες από μια καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό, και το δικαίωμα ή περιουσία σε σχέση με τα οποία πληρώνεται το εισόδημα είναι ουσιαστικά συνδεδεμένα με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση. Σε μια τέτοια περίπτωση οιδιατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση, έχουν εφαρμογή.
Αρθρο 22. Εξάλειψη της διπλής φορολογίας
1. Όταν κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος το πρώτο μνημονευόμενο Κράτος θα αναγνωρίζει ως πίστωση από το φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου ένα ποσό ίσο με τον φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε στο άλλο Κράτος. Μια τέτοια πίστωση όμως δεν θα υπερβαίνει εκείνο το ύψος του φόρου εισοδήματος, το οποίο υπολογίστηκε πριν δοθεί η πίστωση, ο οποίος αποδίδεται στο εισόδημα το οποίο μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο αυτό Κράτος.
2. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, όταν τόκος ο οποίος αναφέρεται στο Άρθρο 11 φορολογείται, σύμφωνα με ειδικά κίνητρα λόγω μέτρων που έχουν ληφθεί για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, με συντελεστή φόρου ο οποίος είναι μικρότερος του 12% τότε θα παρέχεται από το Συμβαλλόμενο Κράτος κατοικίας ως πίστωση από το φόρο που έπρεπε να καταβληθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε αυτό το εισόδημα ποσό ίσο με το 12% επί του' ακαθάριστου ποσού αυτού του εισοδήματος. Εντούτοις σε καμία περίπτωση η παρεχόμενη σε αυτή την παράγραφο πίστωση δεν θα υπερβαίνει τον συντελεστή φόρου ο οποίος θα μπορούσε να επιβληθεί σύμφωνα με τις διατάζεις του Άρθρου 11 αυτής της Συμφωνίας στην περίπτωση που δεν θα υπήρχαντα ειδικά αναπτυξιακά κίνητρα.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου θα έχουν εφαρμογή μόνο για τα πέντε πρώτα έτη εφαρμογής αυτής της Συμφωνίας και μόνο για. τον τόκο που προκύπτει από οικονομικές συναλλαγές σχετικά με εταιρικά δάνεια και μετοχές των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που εκτελούνται εντός των Συμβαλλομένων Κρατών στους ακόλουθους τομείς:
α) εκτέλεση έργων υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των επικοινωνιών, παραγωγής και διάθεσης ενέργειας,
β) ορυχεία και λατομεία,
γ) έργα βαριάς βιομηχανίας συμπεριλαμβανομένης της μεταλλουργίας, παραγωγής μηχανολογικού εξοπλισμού, βασικών χημικών προϊόντων, παραγωγή τσιμέντου, κατασκευής ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών υλικών, παρασκευής λιπασμάτων.
δ) βιομηχανικής επεξεργασίας τροφίμων.
Ωστόσο οι διατάξεις αυτής της παραγράφου δεν θα εφαρμόζονται:
(α) όταν οποιοδήποτε όφελος που προκύπτει ή μπορεί να προκύψει σε ένα πρόσωπο το οποίο δεν είναι κάτοικος ούτε της Ελλάδας ούτε της Τουρκίας,
(β) όταν οποιαδήποτε διευθέτηση έχει πραγματοποιηθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο με κύριο σκοπό να επωφεληθεί των διατάξεων αυτής για όφελος αυτού του προσώπου ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου,
(γ) εάν κάτοικοι των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών ήρθαν σε συμφωνία με κύριο σκοπό την φοροδιαφυγή ή αποφυγή φόρων που καλύπτονται από αυτή τη Συμφωνία.
Αρθρο 23. Μη διακριτική μεταχείριση
1. Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν θα υπόκεινται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή υποχρέωση, η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές υποχρεώσεις στις οποίες υπόκεινται ή μπορούν να υπαχθούν οι υπήκοοι του άλλου Κράτους κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Άρθρου 1, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επίσης σε πρόσωπα τα οποία δεν είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών.
2. Υπό την προϋπόθεση των διατάσεων της παραγράφου 4 του Άρθρου 10, η φορολογία που επιβάλλεται σε μόνιμη εγκατάσταση, την οποία επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα θεωρείται λιγότερο ευνοϊκή στο άλλο αυτό Κράτος σε σχέση με τη φορολογία που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις αυτού του άλλου Κράτους που ασκούν τις ίδιες δραστηριότητες.
3. Επιχειρήσεις του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, τον οποίον το κεφάλαιο εν όλω ή εν μέρει ανήκει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, δεν θα υπόκεινται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή υποχρέωση η οποία έχει σχέση με αυτή, η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές υποχρεώσεις οι οποίες έχουν σχέση με αυτές στις οποίες υπόκεινται ή μπορούν να υπαχθούν άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου μνημονευόμενου Κράτους.
4. Οι διατάξεις αυτού του Άρθρου δεν θεωρούνται ότι υποχρεώνουν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί σε κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους οποιεσδήποτε προσωπικές εκπτώσεις, απαλλαγές και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς λόγω προσωπικής κατάστασης ή οικογενειακών υποχρεώσεων, τις οποίες παρέχει στους δικούς του κατοίκους.
5. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του Άρθρου 9 της παραγράφου 7 του Άρθρου 11, ή της παραγράφου 6 του Άρθρου 12, τόκοι, δικαιώματα και άλλες πληρωμές που καταβάλλονται από μία επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, για το σκοπό του υπολογισμού των φορολογητέων κερδών της εν λόγω επιχείρησης, αναγνωρίζονται προς έκπτωση με τους ίδιους όρους σαν να είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου μνημονευόμενου Κράτους.
Αρθρο 24. Διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού
1. Αν ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες του ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών έχουν ή θα έχουν γι' αυτό ως .αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας, η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάζεις αυτής της Συμφωνίας, μπορεί, ανεξάρτητα από τα μέσα θεραπείας που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Κρατών, να φέρει την υπόθεση του ενώπιον της αρμόδιας αρχής του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, αν εφαρμόζεται γι' αυτό το πρόσωπο η παράγραφος 1 του Άρθρου 23, ενώπιον της αρμόδιας αρχής του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος. Η υπόθεση αυτή πρέπει να προσαχθεί μέσα σε τρία χρόνια από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης η οποία έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις τις Συμφωνίας.
2. Η αρμόδια αρχή προσπαθεί, αν η ένσταση θεωρηθεί απ' αυτήν ως βάσιμη και η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική λύση, να επιλύει τη διαφορά με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, με σκοπό την αποφυγή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Συμφωνίας. Οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που ορίζονται στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλομένων Κρατών.
3. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών προσπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσχέρειες ή αμφιβολίες ανακύπτουν ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Συμφωνίας. Μπορούν επίσης να συμβουλεύονται η μία την άλλη για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από τη Συμφωνία.
4. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους απευθείας με σκοπό την επίτευξη μιας συμφωνίας κατά την έννοια των προηγούμενων παραγράφων. Όταν κρίνεται απαραίτητο με σκοπό να επέλθει μια συμφωνία, να υπάρχει μια προφορική ανταλλαγή απόψεων, τέτοια ανταλλαγή μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω μιας Επιτροπής η οποία θα απαρτίζεται από εκπροσώπους των αρμόδιων αρχών των δύο Συμβαλλομένων Κρατών.
Αρθρο 25. Ανταλλαγή πληροφοριών
1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών ανταλλάσσουν πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Συμφωνίας ή των εσωτερικών νομοθεσιών των Συμβαλλομένων Κρατών σε σχέση με τους φόρους που καλύπτονται από τη Συμφωνία στο μέτρο που η φορολογία σύμφωνα με αυτές δεν είναι αντίθετη με τη Συμφωνία. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από το Άρθρο 1. Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνει ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θεωρούνται ως απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία του Κράτους αυτού και αποκαλύπτονται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων, που σχετίζονται με τη βεβαίωση ή είσπραξη, την αναγκαστική εκτέλεση ή δίωξη, ή την εκδίκαση προσφύγουν, αναφορικά με τους φόρους που καλύπτονται από τη Συμφωνία Τα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές θα χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τους ως άνω σκοπούς. Μπορούν να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες στο δικαστήριο κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία ή σε δικαστικές αποφάσεις.
2. Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν ερμηνεύονται ότι επιβάλουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση:
α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα αντίθετα με την νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.
β) να παρέχει πληροφορίες που δεν μπορούν ν' αποκτηθούν σύμφωνα με τη νομοθεσία ή κατά τη συνήθη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,
γ) να παρέχει πληροφορίες που να αποκαλύπτουν οποιοδήποτε συναλλακτικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή παραγωγική διαδικασία, ή πληροφορία, η αποκάλυψη της οποίας θα ήταν αντίθετη με κανόνα δημόσιας τάξης (ordre public).
Αρθρο 26. Μέλη διπλωματικών καιπροξενικών αποστολών
Τίποτα σ' αυτή τη Συμφωνία δεν επηρεάζει τα φορολογικά προνόμια των μελών των διπλωματικών ή των προξενικών αποστολών τα οποία προβλέπονται από τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή από διατάξεις ειδικών συμφωνιών.
Αρθρο 27. Θέση σε ισχύ
1. Το κάθε ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη γνωστοποιεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος την ολοκλήρωση των απαιτουμένων εσωτερικών νομικών διαδικασιών για την θέση σε ισχύ της Συμφωνίας αυτής. Η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της τελευταίας γνωστοποίησης.
2. Οι διατάξεις της Συμφωνίας αυτής θα έχουν εφαρμογή:
α) αναφορικά με τούς φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, σε σχέση με ποσά που καταβάλλονται ή πιστώνονται κατά ή μετά την πρώτη ημέρα, του Ιανουαρίου, του έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ, και
β) αναφορικά, με άλλους φόρους σε σχέση με τα φορολογικά έτη που αρχίζουν κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ.
Αρθρο 28. Λήξη
Ή παρούσα Συμφωνία θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι να καταγγελθεί από ένα από τα Συμβαλλόμενο. Κράτη. Το ένα ή το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να καταγγείλει την Συμφωνία, μέσω της διπλωματικής οδού, επιδίδοντας γραπτή ανακοίνωση για τη λήξη τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από το τέλος οπουδήποτε ημερολογιακού έτους που ακολουθεί μετά από περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Συμφωνίας.
Στην περίπτωση αυτή η Συμφωνία παύει να ισχύει:
α) αναφορικά με τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, σχετικά με ποσά που καταβάλλονται ή πιστώνονται μετά το τέλος του. ημερολογιακού έτους στο οποίο δόθηκε η ανακοίνωση αυτή, και
β) αναφορικά με τους άλλους φόρους εισοδήματος σχετικά μετά φορολογικά έτη που αρχίζουν μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους στο οποίο δόθηκε αυτή η ανακοίνωση.
ΣΕ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι πληρεξούσιοι των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, δεόντως εξουσιοδοτημένοι γι' αυτό, υπέγραψαν την παρούσα Συμφωνία.
Έγινε σε δύο πρωτότυπα στην Άγκυρα την 2η ημέρα του Δεκεμβρίου 2003, στην Ελληνική, την Τουρκική και Αγγλική γλώσσα, όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ οποιουδήποτε από τα κείμενα, το Αγγλικό κείμενο υπερισχύει.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 27 αυτής.
Αθήνα 6 Φεβρουαρίου 2004