Έλεγχος εμβασμάτων στο εξωτερικό κατά έτη 2009-2011
Βάσει της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 (παλαιός ΚΦΕ), προβλέπεται ότι σε περίπτωση προσαύξησης της περιουσίας ενός φορολογούμενου από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει:
- Την πραγματική πηγή του εισοδήματος είτε
- Ότι απαλλάσσεται από το φόρο σύμφωνα με ειδική διάταξη.
Εφόσον δεν μπορέσει να αποδείξει ένα από τα ανωτέρω, το σχετικό ποσό φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, κατά τη χρήση στην οποία παρατηρήθηκε η προσαύξηση. Σημειώνεται ότι η προσαύξηση της περιουσίας μπορεί να αναφέρεται σε ακίνητη περιουσία (οικόπεδα, σπίτια, σκάφη κτλ.) ή κινητές αξίες (μετοχές, τοκομερίδια, καταθέσεις κτλ.).
Κάλυψη εμβασμάτων – γενικά
Η προγενέστερη ΠΟΛ 1033/2013, διευκρίνιζε ότι χρηματικά ποσά κατατεθειμένα σε τραπεζικά ιδρύματα μέχρι το τέλος του 1999 (έτος παραγραφής), μπορούν να γίνουν δεκτά για την κάλυψη των εμβασμάτων. Βέβαια απαιτείται σχετική βεβαίωση από το πιστωτικό ίδρυμα και η έγκαιρη υποβολή των σχετικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος. Αξίζει να τονιστεί ότι στην έννοια των χρηματικών διαθεσίμων ενδέχεται να περιλαμβάνονται επενδυτικά – χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα οποία ρευστοποιήθηκαν πριν την πραγματοποίηση του εμβάσματος στο εξωτερικό.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1228/2014, αν τα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν μέχρι τις 31/12/1999 και εκποιήθηκαν μετά την 01/01/2000 αλλά πριν την αποστολή του εμβάσματος, για την κάλυψη λαμβάνεται υπόψη το ποσό που προέκυψε από την εκποίηση τους, όπως αποδεικνύεται από τα σχετικά παραστατικά. Αν όμως τα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν μετά την 01/01/2000 απαιτείται ο έλεγχος της οικονομικής δυνατότητας απόκτησης τους, πριν ληφθούν υπόψη για την κάλυψη του εμβάσματος. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει συμπεριλάβει τα σχετικά ποσά στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2000 (ημερολογιακό έτος 1999), εμπίπτει στα προβλεπόμενα της παρ. 12 της ΠΟΛ 1033/2013 και δεν εφαρμόζονται οι προαναφερθείσες διατάξεις.
Κοινοί λογαριασμοί
Όταν πραγματοποιείται αποστολή εμβάσματος από κοινό λογαριασμό, πρέπει να γίνεται καταρχήν ισομερής επιμερισμός, ενώ παρέχεται δυνατότητα στον ελεγχόμενο να επικαλεστεί διαφορετική αναλογία εφόσον μπορεί να αποδείξει τον ισχυρισμό του.
Επαναπατρισμός κεφαλαίων
Ο επαναπατρισμός κεφαλαίων περιλαμβάνει τις ακόλουθες νομοθετημένες περιπτώσεις:
- Άρθρο 38 του ν. 3259/2004: Μεταφορά κεφαλαίων από φορολογικά υπόχρεους στην Ελλάδα, κατά το διάστημα από 15/07/2004 μέχρι 04/06/2005. Με την καταβολή φόρου με συντελεστή 3% εξαντλείται η σχετική φορολογική υποχρέωση.
- Άρθρο 18 του ν. 3842/2010 (κατόπιν τροποποίησης από την παρ. 19 του άρθρου 21 του ν. 3943/2011): Μεταφορά κεφαλαίων από φορολογικά υπόχρεους στην Ελλάδα μέχρι τις 30/09/2011 με την καταβολή φόρου με συντελεστή 8% και προθεσμιακή κατάθεσή τους για τουλάχιστον ένα έτος.
Όταν χρησιμοποιούνται επαναπατρισμένα κεφάλαια για την κάλυψη της προσαύξησης της περιουσίας, ελέγχεται το πραγματικό γεγονός της εισαγωγής και φορολόγησης των ποσών αυτών. Επίσης, εξακριβώνεται αν τα εισαχθέντα κεφάλαια ήταν κατατεθειμένα σε τράπεζα του εξωτερικού και εν συνεχεία επενδύθηκαν στην Ελλάδα κατά τα προβλεπόμενα στους προαναφερθέντες νόμους.
Κάτοικοι εξωτερικού
Αναφορικά με τους κατοίκους εξωτερικού, ανεξάρτητα αν έχουν μεταφερθεί στη αρμόδια Δ.Ο.Υ., τα σχετικά δικαιολογητικά μεταβιβάζονται στη Δ.Ο.Υ. όπου οι φορολογούμενοι υπέβαλαν δήλωση ως κάτοικοι Ελλάδας. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, το χρονικό διάστημα για το οποίο ο φορολογούμενος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας ή εξωτερικού.
Συμπληρωματικές δηλώσεις
Η εκκαθάριση των συμπληρωματικών και τροποιητικών δηλώσεων, που έχουν υποβληθεί πριν την έκδοση εντολής ελέγχου, πρέπει να προηγείται του ελέγχου και να λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος. Επίσης, κατά τον έλεγχο ο φορολογούμενος δικαιούται να προσκομίζει στοιχεία που δεν είχαν συμπεριληφθεί στις σχετικές δηλώσεις. Τα συγκεκριμένα στοιχεία πρέπει να εξετάζονται και να συνεκτιμώνται από τα αρμόδια ελεγκτικά κλιμάκια.
Κλείνοντας, αξίζει να σημειωθεί ότι η αστάθεια που παρατηρήθηκε στην ελληνική οικονομία από τα τέλη του 2010, λόγω της κρίσης χρέους, ώθησε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων να μεταφέρουν κεφάλαια στο εξωτερικό. Παρόλα αυτά, σε αρκετές περιπτώσεις δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες τόσο κατά τη μεταφορά χρημάτων προς το εξωτερικό όσο και κατά τη μεταφορά τους προς την Ελλάδα, με συνέπεια να έχουν ανακύψει πολλά φορολογικά ζητήματα αναφορικά κυρίως με την πηγή προέλευσής τους. Κατόπιν των ανωτέρω, τόσο οι φορολογούμενοι όσο και τα πιστωτικά ιδρύματα που μεσολαβούν στις συγκεκριμένες συναλλαγές, οφείλουν να είναι άρτια ενημερωμένοι αναφορικά με το νομικό πλαίσιο που διέπει το χειρισμό των εμβασμάτων.