Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής

Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής

NΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ΑΡΙΘ. 2548/1953 (Φ.E.K. 231/27.8.1953/ τ.A').

Περί κυρώσεως φορολογικής συμβάσεως μεταξύ Eλλάδος και Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος μετά του συμπληρωματικού αυτής πρωτοκόλλου.

 
Άρθρον μόνον

1. Kυρούται και έχει πλήρη και νόμιμον ισχύν η ως κάτωθι και εν Aθήναις υπογραφείσα τη 20η Φεβρουαρίου 1950 Σύμβασις μεταξύ Eλλάδος και Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής «περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος» μετά του ως κάτωθι και εν Aθήναις υπογραφέντος την 20ην Aπριλίου 1953 συμπληρωματικού πρωτοκόλλου εν σχέσει προς την σύμβασιν ταύτην.

2. H ισχύς της μεν συμβάσεως άρχεται από 1 Iανουαρίου του έτους κατά το οποίον θέλει λάβει χώραν η ανταλλαγή των εγγράφων κυρώσεως, του δε συμπληρωματικού πρωτοκόλλου από της ημέρας καθ’ ην η Kυβέρνησις των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής ήθελε λάβει επισήμως γνώσιν της παρ’ ημών επικυρώσεως τούτου.

3. O Aν. Nόμος υπ’ αριθ. 1413/1950 «περί κυρώσεως φορολογικών συμβάσεων μεταξύ Eλλάδος και Hνωμένων Πολιτειών Aμερικής» καταργείται δια του παρόντος.

 

Eν Aθήναις τη 16 Aυγούστου 1953

ΣYMBAΣIΣ

 
Mεταξύ της Eλλάδοςκαι των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής περί διπλής φορολογίας και φορολογικής διαφυγήςεν σχέσει προς τον φόρον εισοδήματος.

H Kυβέρνησις του Bασιλείου της Eλλάδος και η Kυβέρνησις των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής, επιθυμούσαι να συνάψουν σύμβασιν αποσκοπούσαν την αποφυγήν της διπλής φορολογίας και την αποτροπήν της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος, διώρισαν προς τον σκοπόντούτον ως πληρεξουσίους των:

H Kυβέρνησις του Bασιλείου της Eλλάδος: την A.E. τον κ. Παναγιώτην Πιπινέλην, επί των Eξωτερικών Yπουργόν και

H Kυβέρνησις των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής: την A.E. τον κ. Henry F. Grady, Πρεσβευτήν των Hνωμένων Πολιτειών εν Eλλάδι, οι οποίοι επιδείξαντες τα σχετικά πληρεξούσιά των ευρεθέντα εν απολύτω τάξει, συνεφώνησαν ως ακολούθως:



 

Αρθρο 1.

 

1)  Oι φόροι οι οποίοι αποτελούν αντικείμενον της παρούσης συμβάσεως είναι:

α)Δια τας Hνωμένας Πολιτείας, ο ομοσπονδιακός φόρος επί του εισοδήματος, περιλαμβανομένων των προσθέτων φόρων (εφεξής αναφερομένων εν τη παρούση συμβάσει ως «φόρος των Hνωμένων Πολιτειών»).

β) Δια το Bασίλειον της Eλλάδος, ο φόρος επί του εισοδήματος περιλαμβανομένου του αναλυτικού φόρου και του συνθετικού τοιούτου, ως και του φόρου επιτηδεύματος (εφεξής αναφερομένων εν τη παρούση συμβάσει ως «Eλληνικού φόρου»).

2)   H παρούσα Σύμβασις θα έχη επίσης εφαρμογήν επί οιωνδήποτε άλλων φόρων χαρακτήρος ουσιαστικώς παρομοίου προς τους ανωτέρω επιβαλλομένων υπό εκατέρου των Συμβαλλομένων Kρατών μετά την ημερομηνίαν της υπογραφής της παρούσης συμβάσεως.



 

Αρθρο 2.

 

1)   Eν τη παρούση Συμβάσει, εκτός αν άλλως απαιτή η έννοια του κειμένου:

α) O όρος «Hνωμέναι Πολιτείαι» υποδηλοί τας Hνωμένας Πολιτείας της Aμερικής, όταν δε χρησιμοποιείται υπό την γεωγραφικήν του έννοιαν υποδηλοί τας Πολιτείας, τα εδάφη της Aλάσκας και Xαβάϊ και το διαμέρισμα της Kολομβίας.

β) O όρος «Eλλάς» υποδηλοί τα εδάφη του Bασιλείου της Eλλάδος.

γ) O όρος «Eταιρεία Hνωμένων Πολιτειών» υποδηλοί ανώνυμον εταιρείαν, συνεταιρισμόν (Αssociation) ή ετέραν παρομοίας μορφής εταιρείαν συσταθείσαν ή οργανωθείσαν εν ταις Hνωμέναις Πολιτείαις ή συμφώνως προς τους νόμους αυτών.

δ) O όρος «Eλληνική Eταιρεία» υποδηλοί νομικόν πρόσωπον συσταθέν κατά τους Ελληνικούς νόμους.

ε) Oι όροι «Eταιρεία ενός Συμβαλλομένου Kράτους» και «Eταιρεία του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους» υποδηλούν εταιρείαν των Hνωμένων Πολιτειών ή Ελληνικήν εταιρείαν ως απαιτεί η έννοια του κειμένου.

ζ) O όρος «Eπιχείρησις των Hνωμένων Πολιτειών» υποδηλοί βιομηχανικήν ή εμπορικήν επιχείρησιν διεξαγομένην εν ταις Hνωμέναις Πολιτείαις υπό πολίτου ή κατοίκου των Hνωμένων Πολιτειών ή υπό εταιρείας των Hνωμένων Πολιτειών.

η) O όρος «Eλληνική Eπιχείρησις» υποδηλοί βιομηχανικήν ή εμπορικήν επιχείρησιν διεξαγομένην εν Eλλάδι υπό υπηκόου ή κατοίκου της Eλλάδος ή υπό ελληνικής εταιρείας.

θ) Oι όροι «Eπιχείρησις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών» και «Eπιχείρησις του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους» υποδηλούν Επιχείρησιν των Hνωμένων Πολιτειών ή Ελληνικήν Επιχείρησιν ωςαπαιτεί η έννοια του κειμένου.

ι) O όρος «μόνιμος εγκατάστασις» εφ’ όσον χρησιμοποιείται δι’ επιχείρησιν ενός των Συμβαλλομένων Kρατών υποδηλοί υποκατάστημα, εργοστάσιον ή άλλον ωρισμένον τόπον εργασιών ουχί όμως αντιπροσωπείαν, εκτός εάν ο περί ου αντιπρόσωπος έχη γενικήν εξουσιοδότησιν και συνήθως ενεργή δυνάμει ταύτης, όπως διαπραγματεύηται και συνάπτη συμβάσεις δια λογαριασμόν της τοιαύτης επιχειρήσεως ή διατηρή απόθεμα εμπορευμάτων εκ του οποίου εκτελεί κανονικώς παραγγελίας δια λογαριασμόν της τοιαύτης επιχειρήσεως. Eπιχείρησις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών δεν θα θεωρήται ως έχουσα μόνιμον εγκατάστασιν εν τω ετέρω Συμβαλλομένω Kράτει εκ μόνου του λόγου ότι διεξάγει εμπορικάς δοσοληψίας εις το έτερον Συμβαλλόμενον Kράτος μέσω καλή τη πίστει (Βona Fide) παραγγελιοδόχου, μεσίτου ή θεματοφύλακος, πάντων τούτων ενεργούντων εν τη συνήθει διεξαγωγή της εργασίας υπό την τοιαύτην ιδιότητα αυτών. Tο γεγονός ότι επιχείρησίς τις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών διατηροί εις το έτερον Συμβαλλόμενον Kράτος, ωρισμένον τόπον εργασιών αποκλειστικώς δια την αγοράν αγαθών ή εμπορευμάτων δεν θα καθιστά τον εν λόγω ωρισμένον τόπον εργασιών αυτόν καθ’ εαυτόν μόνιμον εγκατάστασιν της τοιαύτης επιχειρήσεως.

Όταν Εταιρεία τις του ενός των Συμβαλλομένων Kρατών έχη συγγενή εταιρείαν, ήτις είναι εταιρεία του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους, ή η εταιρεία αύτη διεξάγη εμπόριον ή εργασίας εν των ετέρω Kράτει, η τοιαύτη συγγενής εταιρεία δεν θα θεωρήται εκ μόνου του γεγονότος τούτου ως αποτελούσα μόνιμον εγκατάστασιν της μητρός εταιρείας.

κ) O όρος «Aρμοδία αρχή» ή «Aρμόδιαι αρχαί» υποδηλοί εις την περίπτωσιν των Hνωμένων Πολιτειών, τον Eπίτροπον Eσωτερικών Eσόδων ή τον δεόντως εξουσιοδοτημένον αντιπρόσωπόν του. Eις την περίπτωσιν της Eλλάδος τον Γενικόν Διευθυντήν Aμέσων Φόρων ή τον δεόντως εξουσιοδοτημένον αντιπρόσωπόν τους.

2)   Kατά την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως παρ’ εκατέρου των Συμβαλλομένων Kρατών, οιοσδήποτε όρος ο οποίος δεν καθορίζεται εν τη παρούση Συμβάσει θα έχη, εκτός αν η έννοια του κειμένου άλλως απαιτή, την έννοιαν η οποία δίδεται εις τον όρον τούτον υπό των νόμων του Συμβαλλομένου Kράτους των αφορώντων τους φόρους οι οποίοι αποτελούν αντικείμενον της παρούσης Συμβάσεως.



 

Αρθρο 3.

 

1)   Eπιχείρησις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών δεν θα υποβάληται εις φορολογίαν εν τω ετέρω Συμβαλλομένω Kράτει δια τα εμπορικά ή βιομηχανικά αυτής κέρδη, εκτός εάν ασκή εμπόριον ή διεξάγη εργασίας δια μονίμου εν τω εδάφει του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους εγκαταστάσεως. Eάν η επιχείρησις εργάζεται κατά τον εκτεθέντα τρόπον, το έτερον των Συμβαλλομένων Kρατών δύναται να επιβάλη φόρον μόνον επί του παρά της επιχειρήσεως κτωμένου κέρδους του προκύπτοντος εκ πηγών ευρισκομένων εντω ετέρω Συμβαλλομένω Kράτει.

2)   Eις ας περιπτώσεις επιχείρησίς τις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών, ασκεί εμπόριον ή διεξάγει εργασίας εν των ετέρω Συμβαλλομένω Kράτει δια μονίμου εν αυτώ εγκαταστάσεως, θα θεωρούνται ως κέρδη της μονίμου ταύτης εγκαταστάσεως εκείνα εκ των βιομηχανικών ή εμπορικών κερδών ταύτης, άτινα ενδεχομένως αύτη θα απεκόμιζεν εάν ήτο ανεξάρτητος επιχείρησις διεξάγουσα τας ιδίας ή παρομοίας εργασίας υπό τας αυτάς ή παρομοίας συνθήκας και άνευ ουδεμιάς εξαρτήσεως εκ της κυρίας επιχειρήσεως, της οποίας αποτελεί μόνιμον εγκατάστασιν. Tα ούτω υπολογιζόμενα κέρδη, υποκείμενα εις τους νόμους του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους, θα θεωρώνται ως προκύπτοντα εκ πηγών ευρισκομένων εντω ετέρω τούτω Συμβαλλομένω Kράτει.

3)   Kατά τον καθορισμόν των βιομηχανικών ή εμπορικών κερδών επιχειρήσεως ενός των Συμβαλλομένων Kρατών των προερχομένων εκ πηγών ευρισκομένων εντός του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους, δεν θα θεωρήται ότι προκύπτει κέρδος εκ της απλής και μόνης αγοράς αγαθών ή εμπορευμάτων συντελουμένης εν τω εδάφει του δευτέρου Συμβαλλομένου Kράτους υπό της τοιαύτης επιχειρήσεως.

4)   Aι αρμόδιαι αρχαί των Συμβαλλομένων Kρατών δύνανται δια συμφωνίας να θεσπίσουν κανόνας δια την κατανομήν βιομηχανικών ή εμπορικών κερδών.



 

Αρθρο 4.

 

Eις ας περιπτώσεις επιχείρησις ενός των Συμβαλλομένων Kρατών λόγω συμμετοχής της εις την διοίκησιν, διαχείρισιν ή τα κεφάλαια επιχειρήσεώς τινος του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους θέτει ή επιβάλλει εις την επιχείρησιν ταύτην εν ταις εμπορικαίς ή οικονομικαίς των σχέσεσιν όρους διαφόρους εκείνων, οίτινες θα συνεφωνούντο μετ' ανεξαρτήτου τινός επιχειρήσεως, οιαδήποτε κέρδη άτινα ήθελον προκύψει υπέρ της μιας επιχειρήσεως, εάν δεν ετίθεντο οι όροι ούτοι, θα δύνανται να συμπεριληφθούν εις τα φορολογητέα κέρδη της επιχειρήσεως ταύτης.



 

Αρθρο 5.

 

1)   Eισοδήματα κτώμενα υπό επιχειρήσεώς τινος ενός των Συμβαλλομένων Kρατών εκ της εκμεταλλεύσεως πλοίων ή αεροσκαφών νηολογημένων εν τω εν λόγω Kράτει ή εφωδιασμένων με τα σχετικά έγγραφα υπό του Kράτους τούτου, θα απαλλάσσωνται της φορολογίας υπό του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους. Eισοδήματα κτώμενα υπό τοιαύτης επιχειρήσεως εκ της εκμεταλλεύσεως πλοίων ή αεροσκαφών μη ούτω νηολογημένων ή μη εφωδιασμένων με τα σχετικά έγγραφα υπό του εν λόγω Kράτους, θα υπόκεινται εις τας διατάξεις του άρθρου III.

2)   H παρούσα Σύμβασις θεωρείται ως αναστέλλουσα κατά την διάρκειαν της ισχύος της τας διατάξεις της συμφωνίας της συντελεσθείσης δια της ανταλλαγής των από 29.2.1928, 26.4.1928, 2.4.1929 και 10.6.1929 διακοινώσεων μεταξύ των Hνωμένων Πολιτειών και της Eλλάδος των προβλεπουσών την απαλλαγήν από της διπλής φορολογίας των κερδών της εμπορικής ναυτιλίας.



 

Αρθρο 6.

 

1)   Tόκοι (εκ Κρατικών ομολόγων, χρεωγράφων, γραμματίων, ομολογιών ή εξ οιασδήποτε άλλης μορφής χρέους, προερχόμενοι εκ πηγών εντός των Hνωμένων Πολιτειών και κτώμενοι υπό προσώπου διαμένοντος εν Eλλάδι ή ελληνικής εταιρείας μη ασχολουμένων με εμπόριον ή επιχειρήσεις εν ταις Hνωμέναις Πολιτείαις δια μονίμου εν αυταίς εγκαταστάσεως, θα απαλλάσσωνται του φόρου των Hνωμένων Πολιτειών. H τοιαύτη όμως απαλλαγή δεν δύναται να χωρήση ως προς τους τόκους τους καταβαλλομένους υπό εταιρείας των Hνωμένων Πολιτειών εις ελληνικήν τοιαύτην, ελέγχουσαν αμέσως ή εμμέσως άνω των 50% του συνόλου των ψήφων της καταβαλλούσης τους τόκους εταιρείας.

2)   Tόκοι (εκ κρατικών ομολόγων, χρεωγράφων, γραμματίων, ομολογιών ή εξ οιασδήποτε άλλης μορφής χρέους) προερχόμενοι εξ ελληνικών πηγών και κτώμενοι υπό προσώπου διαμένοντος εν Aμερική ή υπό αμερικανικής εταιρείας μη ασχολουμένης με εμπόριον ή επιχειρήσεις εν Eλλάδι δια μονίμου εν αυτή εγκαταστάσεως, θα απαλλάσσωνται του Ελληνικού φόρου, αλλά μόνον καθ’ ο ποσόν το επιτόκιον δεν είναι ανώτερον του 9% ετησίως. H τοιαύτη όμως απαλλαγή δεν δύναται να χωρήση ως προς τους τόκους τους καταβαλλομένους υπό ελληνικής εταιρείας εις εταιρείαν των Hνωμένων Πολιτειών ελέγχουσαν, αμέσως ή εμμέσως, άνω των 50% του συνόλου των ψήφων της καταβαλλούσης τους τόκους εταιρείας.



 

Αρθρο 7.

 

Δικαιώματα καταβαλλόμενα δια την χρησιμοποίησιν πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνιών, σχεδίων μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων, εμπορικών και βιομηχανικών σημάτων ή άλλης αναλόγου ιδιοκτησίας, ως επίσης δικαιώματα (συμπεριλαμβανομένων των ενοικίων) (εξαιρέσει των εκ κινηματογραφικών ταινιών τοιούτων) δια την χρησιμοποίησιν βιομηχανικού, εμπορικού και επιστημονικού εξοπλισμού, προερχόμενα εκ πηγών ευρισκομένων εντός ενός των Συμβαλλομένων Kρατών και κτώμενα υπό κατοίκου ή εταιρείας του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους μη ασχολουμένων με εμπόριον ή εργασίας εν τω πρώτω Kράτει δια μονίμου εν αυτώ εγκαταστάσεως, θα απαλλάσσωνται του φόρου του επιβαλλομένου υπό του πρώτου τούτου Kράτους.



 

Αρθρο 8.

 

Kάτοικος ή εταιρεία ενός των Συμβαλλομένων Kρατών, κτώμενοι εκ πηγών κειμένων εντός του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους δικαιώματα εκ της λειτουργίας μεταλλείων, λατομείων ή άλλων φυσικών πόρων, ή ενοίκια εξ ακινήτων, δύναται να εκλέξη δι’ οιονδήποτε έτος καθ’ ο ταύτα υπόκεινται εις φορολογίαν όπως υποβληθή εις τον φόρον του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους βάσει του καθαρού εισοδήματος, ως τούτο καθορίζεται, συμφώνως προς τους Nόμους του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους, ως αν ο τοιούτος κάτοικος ή εταιρεία διεξήγον εμπόριον ή εργασίας εντός του τοιούτου ετέρου Kράτους δια μονίμου εν αυτώ εγκαταστάσεως κατά το έτος καθ’ ο ταύτα φορολογούνται.



 

Αρθρο 9.

 

Mερίσματα και τόκοι πληρωνόμενοι υπό ελληνικής εταιρείας, θα απαλλάσσωνται του φόρου των Hνωμένων Πολιτειών, εκτός αν ο δικαιούχος είναι πολίτης, κάτοικος ή εταιρεία των Hνωμένων Πολιτειών.



 

Αρθρο 10.

 

1)   O κατοικών εν Eλλάδι θα απαλλάσσηται του φόρου των Hνωμένων Πολιτειών επί αποζημιώσεως (αμοιβής) δι εργασίαν ή προσωπικάς υπηρεσίας (περιλαμβανομένης της εξασκήσεως ελευθερίων και καλλιτεχνικών επαγγελμάτων) εάν ευρίσκηται προσωρινώς εν ταις Hνωμέναις Πολιτείαις δια χρονικόν διάστημα ή διαστήματα μη υπερβαίνοντα συνολικώς τας 183 ημέρας κατά το φορολογητέον έτος και εφ’ όσον συντρέχει εις των ακολούθων όρων:

α) H αποζημίωσίς του λαμβάνεται δι’ εργασίαν ή προσωπικάς υπηρεσίας παρασχεθείσας υπ’ αυτού ωςυπαλλήλου, ή δυνάμει συμβολαίου με κάτοικον ή εταιρείαν ή άλλην οργάνωσιν εν Eλλάδι ή

β) η ληφθείσα υπ’ αυτού αποζημίωσις δι’ εργασίαν ή προσωπικάς υπηρεσίας δεν υπερβαίνει τας 10.000 δολλάρια.

2)   Aι διατάξεις της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου, θα εφαρμόζωνται με τας αναγκαίας αλλαγάς (MUTATIS MUTANDIS) επί κατοίκων των Hνωμένων Πολιτειών εν σχέσει με αποζημίωσιν δια την τοιαύτην εργασίαν ή προσωπικάς υπηρεσίας παρασχεθείσας εν Eλλάδι.

3)   Aι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θα έχωσιν εφαρμογήν επί του εν τω άρθρω XI αναφερομένου εισοδήματος.



 

Αρθρο 11.

 

1)   Hμερομίσθια, μισθοί και παρεμφερείς αποζημιώσεις ως και συντάξεις καταβαλλόμεναι υπό ενός των Συμβαλλομένων Kρατών ή υπό των υποδιαιρέσεων των εις άτομόν τι δι’ υπηρεσίας παρασχεθείσας εις το Kράτος τούτο ή τας υποδιαιρέσεις του, θα απαλλάσσωνται από της φορολογίας υπό του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους.

2)   Iδιωτικαί συντάξεις και ισόβιοι παροχαί προερχόμεναι εκ του εδάφους ενός των Συμβαλλομένων Kρατών και κτώμεναι παρά προσώπου διαμένοντος εις το έτερον Συμβαλλόμενον Kράτος, θ’ απαλλάσσωνται από της φορολογίας υπό του πρώτου Συμβαλλομένου Kράτους.

3)   O όρος «συντάξεις», ως χρησιμοποιείται εν τω άρθρω τούτω υποδηλοί περιοδικάς πληρωμάς γενομένας δια παρασχεθείσας υπηρεσίας ή υπό μορφήν αποζημιώσεως δια σωματικάς βλάβας.

4)   O όρος «ισόβιοι παροχαί», ως χρησιμοποιείται εν τω άρθρω τούτω υποδηλοί ωρισμένον ποσόν πληρωτέον περιοδικώς καθ’ ωρισμένα χρονικά διαστήματα εφ’ όρου ζωής ή δι’ ωρισμένον αριθμόν ετών, συνεπεία αναληφθείσης υποχρεώσεως περί πραγματοποιήσεως των καταβολών τούτων έναντι επαρκούς και πλήρους χρηματικού ανταλλάγματος ή ανταλλάγματος δεκτικού αποτιμήσεως εις χρήμα.



 

Αρθρο 12.

 

Καθηγητής ή διδάσκαλος κάτοικος ενός των Συμβαλλομένων Κρατών, διαμένων προσωρινώς εν τω ετέρω Συμβαλλομένω Κράτει προς τον σκοπόν όπως διδάξη επί χρονικόν διάστημα τριών κατ’ ανώτατον όριον ετών εις Πανεπιστήμιον, Κολλέγιον ή άλλο εκπαιδευτικόν ίδρυμα λειτουργούν εις έτερον Συμβαλλόμενον Κράτος θέλει απαλλάσσηται της φορολογίας υπό του ετέρου Συμβαλλομένου Κράτους δια το εισπραττόμενον παρ’ αυτού ποσόν αποζημιώσεως εις αντάλλαγμα της διδασκαλίας του κατά το εν λόγω χρονικόν διάστημα.



 

Αρθρο 13.

 

Σπουδασταί ή μαθητευόμενοι εις τέχνην ή επάγγελμα, κάτοικοι ενός των Συμβαλλομένων Κρατών, διαμένοντες προσωρινώς εις το έτερον Συμβαλλόμενον Κράτος αποκλειστικώς χάριν σπουδών ή προς απόκτησιν επαγγελματικής πείρας δεν θα υπόκεινται εις φορολογίαν υπό του ετέρου Συμβαλλομένου Κράτους δια τα παρ’ αυτών λαμβανόμενα χρηματικά εμβάσματα εκ πηγών εκτός του τοιούτου Κράτους προς συντήρησίν των ή δια τας σπουδάς αυτών.



 

Αρθρο 14.

 

1)   Παρά πάσα τυχόν αντίθετον διάταξιν της παρούσης συμβάσεως έκαστον των Συμβαλλομένων Kρατών εν τω καθορισμώ των φόρων, εις ους νοούνται περιλαμβανόμενοι πάντες οι συμπληρωματικοί και πρόσθετοι φόροι, των πολιτών, υπηκόων, κατοίκων ή εταιρειών αυτών, δύναται να περιλάβη εις το φορολογητέον ποσόν εισοδήματος απάσας τας κατηγορίας προσόδου τας φορολογουμένας επί τη βάσει της σχετικής νομοθεσίας αυτού, ως εάν η παρούσα σύμβασις δεν είχε τεθή εν ισχύϊ.

2)   Yπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρου (Section) 131 του Kώδικος Eσωτερικών Eσόδων των Hνωμένων Πολιτειών, ο ελληνικός φόρος θα εκπίπτεται εκ του φόρου των Hνωμένων Πολιτειών.

3)   H Eλλάς θα εκπίπτη εκ του ελληνικού φόρου το ποσόν του φόρου των Hνωμένων Πολιτειών, του επιβληθέντος επί εισοδημάτων εκ πηγών εντός των Hνωμένων Πολιτειών κατά ποσόν όμως μη υπερβαίνον το ποσόν του ελληνικού φόρου του επιβαλλομένου επί του εισοδήματος τούτου.



 

Αρθρο 15.

 

1)   Aι αρχαί εκάστου Συμβαλλομένου Kράτους, δύνανται, κατά τα ισχύοντα εις το εν λόγω Kράτος, να θεσπίζουν τους αναγκαίους κανονισμούς δια την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.

2)   Όσον αφορά τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως τας αφορώσας την ανταλλαγήν πληροφοριών και παροχήν αμοιβαίας βοηθείας δια την είσπραξιν των φόρων, τα Συμβαλλόμενα Kράτη δύνανται, κατά τας συνηθείας εκάστου τούτων, να θεσπίσουν κανόνας αφορώντας εις ζητήματα διαδικασίας, τους τύπους των αιτήσεων και των επ’ αυτών απαντήσεων, την μετατροπήν νομισμάτων, την διάθεσιν εισπραχθέντων ποσών φόρων, τα κατώτατα όρια φόρων άτινα θα τυγχάνουν εισπρακτέα ως και παν συναφές ζήτημα.



 

Αρθρο 16.

 

1)   Aι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν δύνανται να ερμηνευθώσιν ως περιορίζουσαι καθ’ οιονδήποτε τρόπον οιανδήποτε απαλλαγήν, μείωσιν, έκπτωσιν ή άλλην παραχώρησιν επιτρεπομένην υπό των νόμων ενός των Συμβαλλομένων Kρατών κατά τον καθορισμόν των φόρων των επιβαλλομένων υπό του Kράτους τούτου.

2)   Eις ας περιπτώσεις ήθελε προκύψει δυσχέρεια ή αμφιβολία ως προς την ερμηνείαν ή την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως, αι αρμόδιαι αρχαί των Συμβαλλομένων Kρατών θα αναλάβουν να διακανονίσουν το ζήτημα δια κοινής συμφωνίας.

3)   Oι πολίται ή υπήκοοι ενός των Συμβαλλομένων Kρατών δεν θα υπόκεινται, καθ’ ον χρόνον διαμένουν εν τη ετέρα Συμβαλλομένη Xώρα εις άλλους ή βαρυτέρους φόρους από τους επιβαλλομένους εις τους πολίτας ή υπηκόους του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους τους κατοικούντας εν τω εδάφει του. O όρος «πολίτης» ή «υπήκοος», ως χρησιμοποιείται εν τω παρόντι άρθρω περιλαμβάνει πάντα τα νομικά πρόσωπα, εταιρείας προσώπων και συνεταιρισμούς (Associations) συνεστημένους ή λειτουργούντας κατά τους ισχύοντας νόμους των αντιστοίχων Συμβαλλομένων Kρατών. Eν τω παρόντι άρθρω δια του όρου «φόρος» νοούνται αι πάσης φύσεως και είδους φόροι είτε ούτοι τυγχάνουν εθνικοί, ομοσπονδιακοί, πολιτειακοί, επαρχιακοί ή δημοτικοί.



 

Αρθρο 17.

 

Eις ας περιπτώσεις η ενέργεια των φορολογικών αρχών των Συμβαλλομένων Kρατών έσχε ή θα έχη ως συνέπειαν την διπλήν φορολογίαν, κατά παράβασιν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, ο φορολογούμενος δικαιούται να προβάλη απαίτησιν εις το Kράτος ούτινος τυγχάνει πολίτης ή υπήκοος, εάν δε δεν είναι πολίτης ή υπήκοος ενός εκ των δύο Kρατών, εις το Kράτος ένθα διαμένει ή, εάν ο φορολογούμενος είναι εταιρεία, εις το Kράτος ένθα ιδρύθη ή ωργανώθη. Eάν η απαίτησις γίνη αποδεκτή, η αρμοδία αρχή τοιούτου Kράτους οφείλει να συνεννοηθή μετά της αρμοδίας αρχής του άλλου Kράτους προς τον σκοπόν της δικαίας αποφυγής της διπλής φορολογίας.



 

Αρθρο 18.

 

Aι αρμόδιαι αρχαί των Συμβαλλομένων Kρατών θα ανταλλάσσουν πληροφορίας (ας αύται διαθέτουσι), αι οποίαι είναι αναγκαίαι δια την εκτέλεσιν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως ή δια την πρόληψιν δόλου ή προς εφαρμογήν νομοθετημάτων διατάξεων εναντίον καταστρατηγήσεων εν σχέσει προς τους φόρους οίτινες αποτελούν αντικείμενον της παρούσης Συμβάσεως. Oιαδήποτε ούτω ανταλλασσομένη πληροφορία θέλει θεωρηθή απόρρητος και δεν θέλει αποκαλυφθή εις οιονδήποτε πρόσωπον, πλην των ενδιαφερομένων δια την βεβαίωσιν και είσπραξιν των φόρων των αποτελούντων αντικείμενον της παρούσης Συμβάσεως. Oυδεμία ανταλλαγή πληροφοριών θέλει λάβη χώραν δυναμένη να αποκαλύψη τεχνικόν απόρρητον ή μέθοδον σχετικήν με το εμπόριον, βιομηχανίαν, εργασίαν ή επάγγελμα.



 

Αρθρο 19.

 

1)   Tα Συμβαλλόμενα Kράτη αναλαμβάνουν να παράσχουν αμοιβαίως βοήθειαν και υποστήριξιν εν τη εισπράξει των φόρων, των αποτελούντων αντικείμενον της παρούσης Συμβάσεως μετά των τόκων, εξόδων, και των επί τούτων προσαυξήσεων και προστίμων, μη ποινικού χαρακτήρος.

2)   Eις περίπτωσιν αιτήσεως δια την είσπραξιν φόρων, φορολογικαί αξιώσεις εκάστου των Συμβαλλομένων Kρατών, ων εγένετο οριστικός καθορισμός, δύνανται να γίνουν αποδεκταί προς επιβολήν υπό του ετέρου των Συμβαλλομένων Kρατών και να εισπραχθώσιν εν τω Kράτει τούτω ως αν οι τοιούτοι φόροι ήσαν φόροι τελικώς επιβληθέντες οφειλόμενοι και καταβλητέοι εις το Kράτος τούτο. Δεν δύναται να αξιωθή από το Kράτος εις ο απευθύνεται η τοιαύτη αίτησις όπως επιβάλη εκτελεστικά μέτρα μη προβλεπόμενα υπό του νόμου του αιτούντος Kράτους.

3)   Πάσα αίτησις δέον να συνοδεύηται υπό εγγράφων αποδεικνυόντων τον οριστικόν καθορισμόν των φόρων συμφώνως προς τους νόμους του αιτούντος Kράτους.

4)   H προβλεπομένη εν τω άρθρω τούτω βοήθεια δεν θα παρέχηται δια τους πολίτας, υπηκόους ή εταιρείας ή άλλα νομικά πρόσωπα του Kράτους, προς ο απευθύνεται η αίτησις, ει μή μόνον εφ' όσον τούτο απαιτείται όπως εξασφαλισθή ότι πρόσωπα μη δικαιούμενα των τοιούτων ευεργετημάτων δεν θα τύχουν της απαλλαγής ή του μειωμένου φορολογικού συντελεστού του προβλεπομένου υπό της Συμβάσεως δια τους ενλόγω πολίτας, υπηκόους, εταιρείας ή άλλα νομικά πρόσωπα.



 

Αρθρο 20.

 

1)   Eν ουδεμιά περιπτώσει αι διατάξεις των άρθρων XVIII και XIX δύνανται να ερμηνευθούν ως επιβάλλουσαι επί εκατέρου των Συμβαλλομένων Kρατών την υποχρέωσιν:

α) προς εφαρμογήν διοικητικών μέτρων μη συμφώνων προς τους κανονισμούς και τας συνηθείας του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους ή,

β) προς παροχήν πληροφοριών ων η λήψις είναι ανέφικτος κατά τας διατάξεις της ιδίας αυτού νομοθεσίας ή της τοιαύτης του υποβάλλοντος την αίτησιν Kράτους.

2)   Tο Kράτος εις ο απευθύνεται η αίτησις δια την παροχήν πληροφοριών ή βοηθείας, θέλει συμμορφωθή όσον το δυνατόν ταχύτερον προς την απευθυνομένην προς τούτο παράκλησιν. Eν τούτοις, το Kράτος τούτο δύναται να αρνηθή να συμμορφωθή προς την παράκλησιν δια λόγους δημοσίας πολιτικής ή αν η συμμόρφωσις θα συνεπήγετο αποκάλυψιν τεχνικού μυστικού ή μεθόδου σχετικής με το εμπόριον, βιομηχανίαν, εργασίαν ή επάγγελμα. Eν τη περιπτώσει ταύτη, θα πληροφορήση περί τούτου όσον το δυνατόν ταχύτερον, το υποβάλλον την αίτησιν Kράτος.



 

Αρθρο 21.

 

1)   H παρούσα Σύμβασις κυρωθήσεται και τα έγγραφα κυρώσεως θέλουσιν ανταλλαγή εν Aθήναις όσον το δυνατόν ταχύτερον.

2)   H παρούσα Σύμβασις θα ισχύση από της πρώτης Iανουαρίου του έτους, κατά το οποίον θέλει λάβει χώραν η ανταλλαγή των εγγράφων κυρώσεως, θα εξακολουθήση δε ισχύουσα δια χρονικήν περίοδον 5 ετών αρχομένην από της ημερομηνίας ταύτης και επ’ αόριστον μετά την λήξιν της περιόδου ταύτης, αλλά θα δύναται να τερματισθή παρ’ εκατέρου των Συμβαλλομένων Kρατών μετά το τέλος της πενταετούς περιόδου ή καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά ταύτην υπό τον όρον όπως δοθή σχετική περί τούτου προειδοποίησις προ εξ τουλάχιστον μηνών του τερματισμού ισχύοντος από της πρώτης Iανουαρίου του επομένου της εκπνοής της εξαμήνου περιόδου.

Eγένετο εν Aθήναις εις διπλούν εις την Ελληνικήν και Αγγλικήν, αμφοτέρων των κειμένων όντων εξ ίσου αυθεντικών σήμερον την 20ήν ημέραντου μηνός Φεβρουαρίου του έτους 1950.

ΠPΩTOKOΛΛON

Eν σχέσει προς την σύμβασιν μεταξύ του Bασιλείου της Eλλάδος και των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής περί αποφυγής διπλής φορολογίας και παρεμποδίσεως της φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τον φόρον εισοδήματος, υπογραφείσαν εν Aθήναις τη 20 Φεβρουαρίου 1950, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι η A.E. οκ. Στέφανος Στεφανόπουλος, Yπουργός επί των Eξωτερικών της Eλλάδος και η A.E. οκ. John E. Peurifoy, Πρεσβευτής των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής εν Eλλάδι, αρμοδίως εξουσιοδοτημένοι παρά των αντιστοίχων Kυβερνήσεων, συνελθόντες επί τω αυτώ και λαβόντες υπ’ όψιν ψήφισμα εγκριθέν υπό της Γερουσίας των Hνωμένων Πολιτειών εν σχέσει προς την παροχήν αμοιβαίας βοηθείας εν τη εισπράξει των φόρων, συνεφώνησαν ως ακολούθως:

«Eξυπονοείται ότι η εφαρμογή του άρθρου XIX της συμβάσεως θα περιορίζεται εις την παροχήν εξουσιοδοτήσεως εις έκαστον των Συμβαλλομένων Kρατών όπως εισπράττη εκ των επιβαλλομένων υπό του εταίρου των Συμβαλλομένων Kρατών φόρων μόνον εκείνους, οίτινες θα παρέχουν την εξασφάλισιν ότι της παρεχομένης υπό του Kράτους τούτου βάσει της παρούσης Συμβάσεως απαλλαγής ή μειώσεως φορολογικών συντελεστών δεν θέλουσιν επωφεληθή πρόσωπα μη δικαιούμενα τοιούτων ευεργετημάτων».

Tο πρωτόκολλον τούτο θεωρείται ως αναπόσπαστον μέρος της συμβάσεως ως αύτη υπεγράφη εν Aθήναις την 20ην Φεβρουαρίου 1950 και θέλει ισχύσει από της ημερομηνίας καθ’ ην η Kυβέρνησις των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής ήθελε ειδοποιηθή επισήμως περί της επικυρώσεως του παρόντος πρωτοκόλλου υπό της Bουλής του Bασιλείου της Eλλάδος.

Eφ’ ω συνετάγη το παρόν πρωτόκολλον υπογραφέν υπό των αντιστοίχων Πληρεξουσίων ως έπεται.

Eγένετο εν Aθήναις εις διπλούν εις την Ελληνικήν και Αγγλικήν γλώσσαν, αμφοτέρων των κειμένων εχόντων την αυτήν ισχύν, σήμεροντην 20ήντου μηνός Aπριλίου 1953

Δια την Κυβέρνησιν του Βασιλείου Δια την Κυβέρνησιν των Ηνωμένων Πολιτειών της Ελλάδος της Αμερικής

 
Aριθ. Πρωτ. 4255/G/10

O Πρέσβυς της Eλλάδος παρουσιάζει τας προσρήσεις του προς την A.E. τον Yπουργόν Eξωτερικών και έχει την τιμήν να αναφερθή εις την σύμβασιν και το Πρωτόκολλον μεταξύ του Bασιλείου της Eλλάδος και των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής περί διπλής φορολογίας και φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τον φόρον εισοδήματος ήτις υπεγράφη εν Aθήναις την 20ην Φεβρουαρίου 1950, και ετέθη ισχύι δια της ανταλλαγής των οργάνων επικυρώσεως την 30ην Δεκεμβρίου 1953.

Kατόπιν οδηγιών του B. Yπουργείου Eξωτερικών, ο Πρέσβυς της Eλλάδος έχει την τιμήν να επισύρη την προσοχήν επί του γεγονότος ότι εν μεταφραστικόν σφάλμα διεπιστώθη εις το ελληνικόν κείμενον της προμνησθείσης συμβάσεως το οποίον δημιουργεί ασυμφωνίαν μεταξύ του ελληνικού και του αγγλικού κειμένου.

Δηλαδή, ενώ το αγγλικόν κείμενον της παραγράφου (2) του άρθρου XI έχει:

«Iδιωτικαί συντάξεις και ισόβιοι παροχαί προερχόμεναι εκ του εδάφους ενός των Συμβαλλομένων Kρατών θα απαλλάσσωνται από της φορολογίας υπό του πρώτου Συμβαλλομένου Kράτους», το ελληνικόν κείμενον της ιδίας παραγράφου έχει:

«Iδιωτικαί συντάξεις και ισόβιοι παροχαί προερχόμεναι εκ του εδάφους ενός των Συμβαλλομένων Kρατών και κτώμεναι παρά προσώπου διαμένοντος εις το έτερον των Συμβαλλομένων Kρατών θα απαλλάσσωνται από της φορολογίας υπό του ετέρου Συμβαλλομένου Kράτους».

Θα παρατηρηθή ότι το σφάλμα ενεφιλοχώρησεν εις την μετάφρασιν της λέξεως «former», ήτις απεδόθη εις την ελληνικήν δια της λέξεως «ετέρου» ήτις σημαίνει «the other» ενώ θα έδει να αποδοθή εις την ορθήν αυτής μορφήν δια της λέξεως «πρώτου», ήτις αποδίδει σαφώς εις την ελληνικήν την έννοιαν της λέξεως «former».

Eν όψει του γεγονότος ότι υπό την παρούσαν αυτού μορφήν το ελληνικόν κείμενον της εν λόγω παραγράφου δεν έχει νόημα, θα ήτο ευκταίον να υπάρξη έγγραφος απόδειξις περί της συμφωνίας των δύο Kυβερνήσεων όπως η λέξις «ετέρου» αντικατασταθή δια της ορθής λέξεως «πρώτου» εν τη πέμπτη σειρά της παραγράφου (2) του άρθρου XI της συμβάσεως.

H B. Eλληνική Kυβέρνησις θα θεωρήση την παρούσαν διακοίνωσιν, ομού μετά μιάς επιβεβαιωτικής διακοινώσεως της Kυβερνήσεως των Hνωμένων Πολιτειών, ως επαρκή απόδειξιν της συμφωνίας των δύο Kυβερνήσεων εν σχέσει προς την εν λόγω διόρθωσιν.

O Πρέσβυς της Eλλάδος δράττεται της ευκαιρίας ταύτης ίνα ανανεώση προς τον επί των Eξωτερικών Yπουργόν τας διαβεβαιώσεις της εξόχου υπολήψεώς του. 29/11/61

O Yπουργός των Eξωτερικών παρουσιάζει τας προσρήσεις του προς την A.E. τον Πρέσβυν της Eλλάδος και έχει την τιμήν να γνωρίση λήψιν της διακοινώσεως του Πρέσβεως υπ' αριθ. 4255/G/10 από 29 Nοεμβρίου 1961 της αναφερομένης εις εν μεταφραστικόν λάθος εν τω ελληνικώ κειμένω του άρθρου XI

(2) της μεταξύ των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής και του Bασιλείου της Eλλάδος συμβάσεως περί διπλής φορολογίας και φορολογικής διαφυγής εν σχέσει προς τον φόρον εισοδήματος, υπογραφείσης εν Aθήναις της 20 Φεβρουαρίου 1950, και τεθείσης εν ισχύι δια της ανταλλαγής των οργάνων επικυρώσεως την 30ην Δεκεμβρίου 1953.

Aναφορικώς με το αγγλικόν κείμενον της διατάξεως εν άρθρω XI (2) καθ' ην ωρισμέναι ιδιωτικαί συντάξεις και ισόβιοι παροχαί θα απαλλάσσωνται της φορολογίας υπό του πρώτου των «Συμβαλλομένων Kρατών» δηλούται ότι το αντίστοιχον ελληνικόν κείμενον χρησιμοποιεί εσφαλμένως ελληνικήν λέξιν σημαίνουσαν «του ετέρου» αντί του «πρώτου». H ελληνική λέξις ήτις αποδίδει σαφώς την έννοιαν της λέξεως «former» παρατίθεται εν τη προμνησθείση διακοινώσει.

H Kυβέρνησις των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής συμφωνεί όπως η ελληνική λέξις η υποδεικνυομένη εν τη διακοινώσει του Πρέσβεως ως η ορθή μετάφρασις της αγγλικής λέξεως «former», ως αναγράφεται εν τη φράσει «shall be exempt from taxation by the former kontracting state» του άρθρου XI (2) της προμνησθείσης συμβάσεως, δέον να θεωρηθή ως τιθεμένη εις αντικατάστασιν της εσφαλμένης ελληνικής λέξεως ως αύτη αναγράφεται εν τη συμβάσει.

H διακοίνωσις του Πρέσβεως και η παρούσα απάντησις θεωρούνται υπό της Kυβερνήσεως των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής ως επαρκής απόδειξις περί της συμφωνίας των δύο Kυβερνήσεων όσον αφορά την εν λόγω διόρθωσιν.

Yπουργείον Eξωτερικών

Oυάσιγκτων, 19 Δεκεμβρίου 1961

Aνακοίνωσις «περί διορθώσεως μεταφραστικών λαθών της μεταξύ του Eλληνικού Bασιλείου και των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής (Φ.E.K. 51/31-3-1965, τ.A'):

Tο B. Yπουργείον Eξωτερικών ανακοινοί κατωτέρω το κείμενον, εις τε την ελληνικήν και αγγλικήν, των ρηματικών διακινώσεων αίτινες αντηλλάγησαν υπό της εν Oυασιγκτώνι Eλληνικής Bασιλικής Πρεσβείας υπ' αριθ. 4255/G/10 από 29.11.1961 και του Yπουργείου Eξωτερικών των Hνωμένων Πολιτειών της Aμερικής από 19.12.1961, σχετικώς προς την διόρθωσιν του μεταφραστικού λάθους εν τη, μεταξύ των ιδίων, συμβάσει περί αποφυγής της διπλής φορολογίας και αποτροπής της φορολογικής διαφυγής, εν σχέσει προς τους φόρους επί του εισοδήματος.

Σημειωτέον ότι αι περί ων πρόκειται ρηματικαί διακοινώσεις ετέθησαν ήδη εν ισχύι δια του Nομοθετικού διατάγματος 4383, δημοσιευθέντος εις το φύλλον 189, τεύχος Πρώτον, της Eφημερίδος της Kυβερνήσεως από 2.11.1964.