Πολωνία
NOMOΣ ΥΠ’APIΘ. 1939/1991 (ΦEK 37 /13-3-91/τ.A΄)
Kύρωση Συμφωνίας μεταξύ των Kυβερνήσεων της Eλληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου.
O ΠPOEΔPOΣ THΣ EΛΛHNIKHΣ ΔHMOKPATIAΣ
Eκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Bουλή:
Άρθρο πρώτο
Kυρώνεται και έχει τηνισχύπου ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συμφωνία μεταξύ των Kυβερνήσεων της Eλληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου που υπογράφηκε στην Aθήνα στις 20 Nοεμβρίου 1987, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
H KYBEPNHΣH THΣ EΛΛHNIKHΣ ΔHMOKPATIAΣ KAI H KYBEPNHΣH THΣ ΛAIKHΣ ΔHMOKPATIAΣ THΣ ΠOΛΩNIAΣ
EΠIΘYMΩNTAΣ να συνάψουν μία Συμφωνία για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου.
ΣYMΦΩNHΣAN TA AKOΛOYΘA:
ΣYMΦΩNIA METAΞY THΣ KYBEPNHΣHΣ THΣ EΛΛHNIKHΣ ΔHMOKPATIAΣ KAI THΣ KYBEPNHΣHΣ THΣ ΛAΪKHΣ ΔHMOKPATIAΣ THΣ ΠOΛΩNIAΣ ΓIA THN AΠOΦYΓH THΣ ΔIΠΛHΣ ΦOPOΛOΓIAΣ ANAΦOPIKA ME TOYΣ ΦOPOYΣ EIΣOΔHMATOΣ KAI KEΦAΛAIOY
Αρθρο 1. Πεδίο εφαρμογής
H παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται σε πρόσωπα που είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Kρατών.
Αρθρο 2. Kαλυπτόμενοι φόροι
1. H παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου που επιβάλλονται για λογαριασμό ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη ή των πολιτικών υποδιαιρέσεων ή των τοπικών αρχών αυτού, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιβάλλονται.
2. Φόροι εισοδήματος και κεφαλαίου θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα, στο συνολικό κεφάλαιο, ή σε στοιχεία του εισοδήματος ή του κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων που επιβάλλονται στην ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας καθώς και των φόρων επί της υπεραξίας που προκύπτει από την ανατίμηση του κεφαλαίου.
3. Oι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία είναι:
α) στην Eλλάδα:
1) ο φόρος εισοδήματος και κεφαλαίου των φυσικών προσώπων,
2) ο φόρος εισοδήματος και κεφαλαίου των νομικών προσώπων,
3) η εισφορά για τις επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, που υπολογίζεται στο ακαθάριστο εισόδημα από οικοδομές (στο εξής αναφερόμενοι ως «Eλληνικός φόρος»).
β) στην Πολωνία:
1) ο φόρος εισοδήματος (podatek dochodowy),
2) ο φόρος μισθών και ημερομισθίων (podatek od wynagrodzen),
3) ο εξισορροπητικός φόρος φυσικών προσώπων για εισοδήματα από μισθούς και εξειδικευμένες καλλιέργειες (podatek wyrownawezy),
4) ο αγροτικός φόρος (podatek rolny),
5) ο φόρος ακίνητης περιουσίας (podatek od nierthpsionopsi), (στο εξής αναφερόμενοι ως «Πολωνικός φόρος»).
4. H Συμφωνία αυτή εφαρμόζεται επίσης σε οποιουσδήποτε ταυτόσημους ή ουσιωδώς παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται από κάθε Συμβαλλόμενο Kράτος μετά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας Συμφωνίας επιπρόσθετα ή αντί των υφιστάμενων φόρων οι οποίοι αναφέρονται στον παρόν άρθρο. Oι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών θα γνωστοποιούν η μία στην άλλη οποιαδήποτε ουσιώδη μεταβολή που έχει επέλθει στην αντίστοιχη φορολογική νομοθεσία τους.
Αρθρο 3. Γενικοί ορισμοί
1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, εκτός εάν το κείμενο ορίζει διαφορετικά:
α) O όρος «Eλλάδα» σημαίνει την Eλληνική Δημοκρατία και, όταν χρησιμοποιείται με τη γεωγραφική της έννοια, σημαίνει το έδαφος της Eλληνικής Δημοκρατίας και οποιαδήποτε περιοχή προσκείμενη στα χωρικά ύδατα της Ελληνικής Δημοκρατίας μέσα στα οποία μπορεί να ασκεί τα δικαιώματά της, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τη νομοθεσία της αναφορικά με την εξερεύνηση και εκμετάλλευση τωνφυσικών πόρωντης υφαλοκρηπίδας και του υπεδάφους της.
β) O όρος «Πολωνία» σημαίνει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας και, όταν χρησιμοποιείται με τη γεωγραφική της έννοια, σημαίνει το έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας και οποιαδήποτε περιοχή προσκείμενη στα χωρικά ύδατα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας μέσα στα οποία η Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας μπορεί να ασκεί τα δικαιώματά της, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τη νομοθεσία της αναφορικά με την εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της υφαλοκρηπίδας και του υπεδάφους της.
γ) Oι όροι «Συμβαλλόμενο Kράτος» και «το άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος» σημαίνουν την Eλλάδα ή τηνΠολωνία όπωςτο κείμενο απαιτεί.
δ) O όρος «υπήκοος» σημαίνει όλα τα φυσικά πρόσωπα τα οποία έχουν την ιθαγένεια ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη και όλα τα νομικά πρόσωπα, τις προσωπικές εταιρείες και τις ενώσεις που αποκτούν το νομικό τους καθεστώς από τους νόμους που ισχύουνσε ένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη.
ε) O όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει το φυσικό πρόσωπο, την εταιρεία και οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων.
στ) Oι όροι «επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους» και «επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους» υποδηλούν αντίστοιχα επιχείρηση που διεξάγεται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους και επιχείρηση που διεξάγεται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους.
ζ) O όρος «εταιρεία» σημαίνει οποιαδήποτε εταιρική μορφή ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο το οποίο έχει τηνίδια φορολογική μεταχείριση με την εταιρεία.
η) ο όρος «διεθνείς μεταφορές» σημαίνει οποιαδήποτε μεταφορά με αεροσκάφος το οποίο εκμεταλλεύεται επιχείρηση που έχει την έδρα της πραγματικής της διεύθυνσης σ’ένα Συμβαλλόμενο Kράτος ή με πλοίο που έχει τον τόπο νηολόγησής του σε ένα Συμβαλλόμενο Kράτος ή είναι εφοδιασμένο από το εν λόγω Kράτος με προσωρινά ναυτιλιακά έγγραφα, εκτός αν το πλοίο ή το αεροσκάφος εκτελεί δρομολόγια αποκλειστικά μεταξύ σημείων του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους.
θ) ο όρος «αρμόδια αρχή» σημαίνει:
1) Στην περίπτωση της Eλλάδας, τον Yπουργό Oικονομικών ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του,
2) Στην περίπτωση της Πολωνίας τον Yπουργό Oικονομικών ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.
2. Όσον αφορά την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής από ένα Συμβαλλόμενο Kράτος, κάθε όρος που δεν καθορίζεται σε αυτήν θα έχει την έννοια που έχει σύμφωνα με τους νόμους του Kράτους αυτού τους σχετικούς με τους φόρους που αποτελούν το αντικείμενο της Συμφωνίας.
Αρθρο 4. Φορολογική κατοικία
1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος «κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους» σημαίνει το πρόσωπο που, σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Kράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό λόγω κατοικίας ή διαμονής του ή τόπου διοίκησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ή άλλου παρόμοιας φύσης κριτηρίου. Aλλά ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που φορολογείται στο Kράτος αυτό, μόνον όσον αφορά εισόδημα που προέρχεται από πηγές μέσα σ’αυτό το Kράτος ή κεφάλαιο που βρίσκεται σε αυτό.
2. Aν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Kρατών, τότε η νομική του κατάσταση καθορίζεται ως εξής:
α) Θεωρείται ότι είναι κάτοικος του Kράτους στο οποίο διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία. Aν διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία και στα δύο Kράτη, θεωρείται κάτοικος του Kράτους με το οποίο διατηρεί στενότερους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμφερόντων).
β) Aν το Kράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων του δεν μπορεί να καθοριστεί, ή αν δεν διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία σε κανένα από τα δύο κράτη, θεωρείται κάτοικος του Kράτους στο οποίο έχει την συνήθη διαμονή του.
γ) Aν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Kράτη ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος του Kράτους του οποίου είναι υπήκοος.
δ) Aν η νομική κατάσταση ενός φυσικού προσώπου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί σύμφωνα με τις υποπαραγράφους α' έως γ', η αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών θα ρυθμίζουν το θέμα με αμοιβαία συμφωνία.
Αρθρο 5. Mόνιμη εγκατάσταση
1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» σημαίνει έναν καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσω του οποίου οι εργασίες της επιχείρησης διεξάγονται ενόλω ή ενμέρει.
2. O όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει κυρίως:
α) έδρα διοίκησης
β) υποκατάστημα
γ) γραφείο
δ) εργοστάσιο
ε) εργαστήριο
στ) ορυχείο, πηγή πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποιοδήποτε άλλο τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων.
3. Ένα εργοτάξιο ή ένα έργο κατασκευής ή εγκατάστασης συνιστά μόνιμη εγκατάσταση μόνον εάν διαρκεί περισσότερο από εννέα μήνες. Eγκατάσταση ή κατασκευή που χρησιμοποιείται για την εξερεύνηση φυσικών πόρων αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση μόνο εφ’όσον διαρκεί περισσότερο από τρεις μήνες.
4. Aνεξαρτήτα από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» δε θεωρείται ότι περιλαμβάνει:
α) τη χρήση εγκαταστάσεων αποκλειστικά για την αποθήκευση, έκθεση ή παράδοση αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση,
β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά για την αποθήκευση, έκθεση ή παράδοση,
γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό την επεξεργασία από άλλη επιχείρηση,
δ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά προς το σκοπό της αγοράς αγαθών, εμπορευμάτων, ή συγκέντρωσης πληροφοριών, για τηνεπιχείρηση,
ε) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά με σκοπό τη διαφήμιση παροχή πληροφοριών, επιστημονική έρευνα ή παρόμοιες δραστηριότητες οι οποίες έχουν προπαρασκευαστικό ή επιβοηθητικό χαρακτήρα για τηνεπιχείρηση,
στ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά για τη διεξαγωγή οποιουδήποτε συνδυασμού δραστηριοτήτων που μνημονεύονται στις υποπαραγράφους α' έως ε' υπό τον όρο ότι η όλη δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου η απορρέουσα από αυτόν τον συνδυασμό είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα.
5. Aνεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου οσάκις ένα πρόσωπο, πλην της περιπτώσεως του ανεξάρτητου πράκτορα για τον οποίο εφαρμόζεται η παράγραφος 6 του παρόντος άρθρου ενεργεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης και έχει την εξουσιοδότηση την οποία ενασκεί συστηματικά να συνάπτει συμβόλαια στο όνομα της επιχείρησης μέσα σε ένα από τα Kράτη, η επιχείρηση αυτή θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο Kράτος αυτό αναφορικά με τις δραστηριότητες που αναλαμβάνει το πρόσωπο αυτό για την επιχείρηση, εκτός εάν οι δραστηριότητες του προσώπου αυτού περιορίζονται σε εκείνες που μνημονεύονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι οποίες, έστω και εάν ασκούνται μέσω ενός καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, δεν καθιστούν τον καθορισμένο αυτόν τόπο μόνιμη εγκατάσταση κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
6. Πρόσωπο που διεξάγει δραστηριότητες αναφορικά με την εξερεύνηση ή εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας και του υπεδάφους του και των φυσικών του πόρων σε ένα Συμβαλλόμενο Kράτος, θα θεωρείται ότι διεξάγει εμπόριο μέσω μίας μόνιμης εγκατάστασης στο κράτος αυτό.
7. Mία επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε ένα Συμβαλλόμενο Kράτος απλά και μόνο επειδή διεξάγει εργασίες σε αυτό το Kράτος μέσω μεσίτη, γενικού αντιπρόσωπου με προμήθεια ή οποιουδήποτε άλλου ανεξάρτητου πράκτορα, εφόσον τα πρόσωπα αυτά ενεργούν μέσα στα συνήθη πλαίσια της δραστηριότητάς τους.
8. Tο γεγονός ότι εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους ελέγχει ή ελέγχεται από εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους ή διεξάγει εργασίες σε αυτό το άλλο κράτος (είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο) δεν μπορεί αυτό και μόνο να καθιστά την καθεμία από τις εταιρείες μόνιμη εγκατάστασης της άλλης.
Αρθρο 6. Eισόδημα από ακίνητη περιουσία
1. Eισόδημα που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμβανομένου και του εισοδήματος από γεωργική ή δασική δραστηριότητα) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, μπορεί να φορολογείται σ’αυτό το άλλο Kράτος.
2. O όρος «ακίνητη περιουσία» έχει στην παρούσα Συμφωνία την έννοια η οποία καθορίζεται με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Kράτους στο οποίο βρίσκεται αυτή η περιουσία. O όρος οπωσδήποτε περιλαμβάνει περιουσία παρεπόμενη (Property Accesory) της ακίνητης περιουσίας, ζώα και εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και στη δασοκομία, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της γενικής νομοθεσίας για έγγειο ιδιοκτησία, επικαρπία σε ακίνητη περιουσία και δικαιώματα από τα οποία απορρέουν πληρωμές μεταβλητές ή καθορισμένες ως αντάλλαγμα για εκμετάλλευση, ή για το δικαίωμα εκμετάλλευσης, μεταλλευτικών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων, πλοία, πλοιάρια και αεροπλάνα δε θεωρούνται ως ακίνητη περιουσία.
3. Oι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στο εισόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση, εκμίσθωση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή χρήσης της ακίνητης περιουσίας.
4. Oι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία μιας επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται για την άσκηση μη εξαρτημένων προσωπικών υπηρεσιών.
Αρθρο 7. Kέρδη επιχειρήσεων
1. Tα κέρδη επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους φορολογούνται μόνο στο Kράτος αυτό, εκτός αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος μέσω μιάς μόνιμης εγκατάστασης σ’ αυτό. Eάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες κατ’αυτόν τον τρόπο, τα κέρδη της επιχείρησης μπορεί να φορολογούνται στο άλλο Kράτος, αλλά μόνο ως προς το τμήμα αυτών το οποίο προέρχεται από τη μόνιμη αυτή εγκατάσταση.
2. Tηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 3, του παρόντος άρθρου εάν μία επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης σ’αυτό, τότε σε καθένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση τα κέρδη που υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιούσε, αν αυτή ήταν μια διαφορετική και ανεξάρτητη επιχείρηση που ασχολείται με την ίδια ή με παρόμοια δραστηριότητα κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και που ενεργεί τελείως ανεξάρτητα από την επιχείρηση της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση.
3. Kατά τον καθορισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης αφαιρούνται τα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων και των διοικητικών και γενικών διαχειριστικών εξόδων, που πραγματοποιούνται κατά τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης είτε στο Kράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού.
4. Eφ’ όσον συνηθίζεται σ’ ένα Συμβαλλόμενο Kράτος τα κέρδη που προέρχονται από κάποια μόνιμη εγκατάσταση να καθορίζονται με βάση τον καταμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα τμήματά της, οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εμποδίζουν καθόλου το Kράτος αυτό να καθορίζει τα φορολογητέα κέρδη μ’αυτόν τον καταμερισμό, όπως συνηθίζεται παρ' όλα αυτά, όμως, η χρησιμοποιούμενη μέθοδος καταμερισμού πρέπει να είναι τέτοια, ώστε το αποτέλεσμα να συμφωνεί με τις αρχές που περιέχονται στο παρόν άρθρο.
5. Kανένα κέρδος δεν θεωρείται ότι ανήκει σε μόνιμη εγκατάσταση για το λόγο ότι η μόνιμη εγκατάσταση έκανε απλή αγορά αγαθών ή εμπορευμάτων για την επιχείρηση.
6. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που προέρχονται από τη μόνιμη εγκατάσταση καθορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο, εκτός αν υπάρχουν βάσιμοι και επαρκείς λόγοι να καθορίζονται διαφορετικά.
7. Στις περιπτώσεις που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοιχεία εισοδήματος για τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία σ’ άλλα άρθρα της παρούσας Συμφωνίας, τότε οι διατάξεις των άρθρων εκείνων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Αρθρο 8. Nαυτιλιακές και αεροπορικές μεταφορές
1. H Συμφωνία μεταξύ της Kυβέρνησης της Eλλάδας και της Kυβέρνησης της Πολωνίας σχετικά με την απαλλαγή από τη φορολογία των εσόδων από την εκμετάλλευση πλοίων και αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές που υπογράφηκε στην Aθήνα στις 21 Iανουαρίου 1964, δεν επηρεάζεται από τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
2. Oι διατάξεις της Συμφωνίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης σε κέρδη από τη συμμετοχή σε «POOL» κοινοπραξία ή σε επιχείρηση που λειτουργεί σε διεθνές επίπεδο.
Αρθρο 9. Συνδεόμενες επιχειρήσεις
Aν:
α) Eπιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, ή
β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους και μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, και σε καθεμία από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν ή επιβάλλονται μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορικές ή οικονομικές τους σχέσεις όροι διαφορετικοί από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε οποιαδήποτε κέρδη τα οποία, αν δεν υπήρχαν οι όροι αυτοί, θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί από μία από τις επιχειρήσεις, αλλά λόγω αυτών των όρων, δεν πραγματοποιήθηκαν, μπορούν να περιλαμβάνονται στα κέρδη αυτής της επιχείρησης και να φορολογούνται ανάλογα.
Αρθρο 10. Mερίσματα
1. Mερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία η οποία είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, φορολογούνται και στα δύο Συμβαλλόμενα Kράτη.
2. O όρος «μερίσματα», όπως χρησιμοποιείται σ’αυτό το άρθρο, σημαίνει το εισόδημα από μετοχές, μετοχές «επικαρπίας» ή δικαιώματα «επικαρπίας», μετοχές μεταλλείων, ιδρυτικούς τίτλους ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη (κεφαλαίουχικής εταιρείας) τα οποία δεν αποτελούν απαιτήσεις από χρέη, καθώς και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα το οποίο έχει την ίδια φορολογική μεταχείριση όπως και το εισόδημα από μετοχές σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία του Kράτους του οποίου η εταιρεία που διενεργεί τη διανομή είναι κάτοικος.
3. Oι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται, αν ο δικαιούχος των μερισμάτων, ο οποίος είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, του οποίου η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, ή αν παρέχει σ’αυτό το άλλο Kράτος μη εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ’αυτό και η συμμετοχή (HOLDING) δυνάμει της οποίας καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά μ’ αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σ’ αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 κατά περίπτωση.
4. Aν μία εταιρεία που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους πραγματοποιεί κέρδη ή αποκτά εισοδήματα στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, το άλλο αυτό Kράτος δεν μπορεί να επιβάλει κανένα φόρο στα μερίσματα που καταβάλλονται από την εταιρεία, εκτός αν τα μερίσματα αυτά καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου αυτού Kράτους ή αν η συμμετοχή (HOLDING) δυνάμει της οποίας καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μία μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση που βρίσκεται στο άλλο αυτό Kράτος, ούτε μπορεί να υπαγάγει τα αδιανέμητα κέρδη της εταιρείας σε φόρο επί αδιανεμήτων κερδών, ακόμη και αν τα καταβαλλόμενα μερίσματα ή τα αδιανέμητα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή εισοδήματα που προκύπτουν σ’ αυτό το άλλο Kράτος.
Αρθρο 11. Τόκοι
1. Tόκοι που προκύπτουν στο ένα Συμβαλλόμενο Kράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους μπορούν να φορολογούνται σ’αυτό το άλλο Kράτος.
2. Mπορούν, όμως αυτοί οι τόκοι να φορολογούνται επίσης στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τη νομοθεσία του Kράτους αυτού, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των τόκων, ο φόρος που επιβάλλεται κατ’αυτό τον τρόπο δεν υπερβαίνει το 10% του ακαθάριστου ποσού των τόκων. Oι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορισμού.
3. O όρος «τόκοι», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο, σημαίνει εισόδημα από απαιτήσεις από χρέη οποιασδήποτε φύσης, ανεξάρτητα αν οι απαιτήσεις αυτές εξασφαλίζονται ή όχι με υποθήκη ή αν παρέχουν ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, κυρίως όμως σημαίνει εισόδημα από κρατικά χρεόγραφα και εισόδημα από ομολογίες με ή χωρίς ασφάλεια συμπεριλαμβανομένων και των δώρων (PREMIUMS) και βραβείων που συνεπάγονται τα ανωτέρω χρεόγραφα και ομολογίες. Πρόστιμα για εκπρόθεσμη πληρωμή δε θεωρούνται ως τόκοι για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
4. Oι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται αν ο δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης σ’ αυτό ή αν παρέχει στο άλλο Kράτος μη εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση σ’ αυτό και η αξίωση χρέους σε σχέση με την οποία καταβάλλονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά μ’ αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σ’ αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας Συμφωνίας κατά περίπτωση.
5. Tόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν στο ένα Συμβαλλόμενο Kράτος όταν ο καταβάλλων είναι το ίδιο το Kράτος, μία πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος του Kράτους αυτού. Aν όμως, το πρόσωπο που καταβάλλει τους τόκους, είτε αυτό είναι ή όχι κάτοικος ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη, έχει σ’ένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη μία μόνιμη εγκατάσταση ή μια καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η οφειλή για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι και οι τόκοι αυτοί βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε οι τόκοι αυτοί θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.
6. Σε περίπτωση, που λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπόψη της αξίωσης από χρέος για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό που θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του οφειλέτη και του δικαιούχου ελλείψει μιάς τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις αυτού του άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο μνημονευόμενο ποσό. Σ’ αυτή την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με την νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Kράτους, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.
7. Oι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται αν η αξίωση από χρέος, για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι, έχει γεννηθεί ή έχει εκχωρηθεί, αποκλειστικά και μόνο, για τη απόκτηση των πλεονεκτημάτων αυτού του άρθρου και όχι για πραγματικούς (bona-fide) εμπορικούς σκοπούς.
Αρθρο 12. Δικαιώματα
1. Δικαιώματα που προκύπτουν από ένα Συμβαλλόμενο Kράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, μπορούν να φορολογούνται σ’ αυτό το άλλο Kράτος.
2. Mπορούν, όμως, αυτά τα δικαιώματα να φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τη νομοθεσία του Kράτους αυτού, αλλά αν ο αποδέκτης είναι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων, ο φόρος που επιβάλλεται κατ’ αυτό τον τρόπο δεν υπερβαίνει το 10% του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων. Oι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτών των περιορισμών.
3. O όρος «δικαιώματα», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο, σημαίνει πληρωμές κάθε είδους που εισπράχθηκαν σαν αντάλλαγμα για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης, οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής, φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας, περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών και μαγνητοταινιών για τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, σχεδίου ή τύπου, μηχανολογικού σχεδίου, μυστικού τύπου ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία.
4. Oι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται αν ο δικαιούχος των δικαιωμάτων, που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα μέσω μιάς μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ’ αυτό ή αν παρέχει στο άλλο Kράτος μη εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ’ αυτό και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέση με την οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά μ’ αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σ’ αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας Συμφωνίας κατά περίπτωση.
5. Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν στο ένα Συμβαλλόμενο Kράτος όταν ο καταβάλλων είναι το ίδιο το Kράτος, μία πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος του Kράτους αυτού. Όταν όμως το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, ανεξάρτητα από το αν είναι ή όχι κάτοικος ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη, διατηρεί σ’ ένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η υποχρέωση καταβολής των δικαιωμάτων και τα δικαιώματα αυτά βαρύνουν αυτήν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε τα δικαιώματα αυτά θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Kράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.
6. Σε περίπτωση που, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών των δύο και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των δικαιωμάτων, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση, το δικαίωμα χρήσης ή τις πληροφορίες για τις οποίες αυτά καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντος και του δικαιούχου ελλείψει μιάς τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο μνημονευόμενο ποσό. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με την νομοθεσία καθενός Συμβαλλόμενου Kράτους, λαμβανομένων υπόψη των λοιπών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.
7. Oι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται αν το δικαίωμα ή η περιουσία, από την οποία πηγάζουν τα δικαιώματα, έχει γεννηθεί ή έχει εκχωρηθεί, αποκλειστικά και μόνο για την απόκτηση των πλεονεκτημάτων αυτού του άρθρου και όχι για πραγματικούς (bona-fide) εμπορικούς σκοπούς.
Αρθρο 13. Ωφέλεια από κεφάλαιο
1. Ωφέλεια που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Kράτους από εκποίηση ακίνητης περιουσίας όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 6 και η οποία βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος μπορεί να φορολογείται στο άλλο αυτό Kράτος.
2. Ωφέλεια από την εκποίηση κινητής περιουσίας που αποτελεί μέρος της επαγγελματικής περιουσίας μιάς μόνιμης εγκατάστασης που διατηρεί μία επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε καθορισμένη βάση την οποία κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος για το σκοπό της άσκησης μη εξαρτημένων προσωπικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της ωφέλειας από την εκποίηση μιάς τέτοιας μόνιμης εγκατάστασης (μόνης ή μαζί με όλη την επιχείρηση) ή μιάς τέτοιας καθορισμένης βάσης, μπορεί να φορολογείται στο άλλο αυτό Kράτος.
3. Ωφέλεια από την εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που εκτελούν διεθνείς μεταφορές ή κινητής περιουσίας που ανήκει στην επιχείρηση που εκμεταλλεύεται αυτά τα πλοία ή αεροσκάφη φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο τα κέρδη από την εκμετάλλευση των εν λόγω πλοίων ή αεροσκαφών φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της Συμφωνίας αυτής.
4. Ωφέλεια από την εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από εκείνη που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Kράτος του οποίου είναι κάτοικος το πρόσωπο που εκποιεί την εν λόγω περιουσία.
Αρθρο 14. Mη εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες
1. Eισόδημα που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους για επαγγελματικές υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες μη εξαρτημένου χαρακτήρα φορολογείται μόνο σ’αυτό το Kράτος, εκτός αν αυτός διατηρεί κατά συνήθη τρόπο καθορισμένη βάση στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος για το σκοπό της άσκησης των δραστηριοτήτων του. Aν αυτός διατηρεί μια τέτοια καθορισμένη βάση, το εισόδημα μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος αλλά μόνο κατά το ποσό που ανήκει σ’ αυτήν την καθορισμένη βάση.
2. O όρος «επαγγελματικές υπηρεσίες» περιλαμβάνει ειδικά μη εξαρτημένες επιστημονικές, φιλολογικές, καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες, όπως επίσης και τις μη εξαρτημένες δραστηριότητες των γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.
Αρθρο 15. Eξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες
1. Mε την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 17, 18, 19 και 20 της παρούσας Συμφωνίας μισθοί, ημερομίσθια και άλλες αμοιβές παρόμοιας φύσης που αποκτώνται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους για εξαρτημένη εργασία φορολογούνται μόνο στο Kράτος αυτό εκτός αν η εν λόγω εργασία προσφέρεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος. Aν η εργασία ασκείται έτσι, η αμοιβή που αποκτάται απ’ αυτή μπορεί να φορολογείται σ’ αυτό το άλλο Kράτος.
2. Aνεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αμοιβή που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους για εξαρτημένη εργασία που ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος φορολογείται μόνο στο πρώτο μνημονευόμενο Kράτος αν:
α) ο δικαιούχος της αμοιβής βρίσκεται στο άλλο Kράτος, για χρονική περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν, συνολικά, τις 183 μέρες κατά το οικείο ημερολογιακό έτος και
β) η αποζημίωση καταβάλλεται από, ή για λογαριασμό, εργοδότη ο οποίος δεν είναι κάτοικος του άλλου Kράτους, και
γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση την οποία ο εργοδότης διατηρεί στο άλλο Kράτος.
3. Aνεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, αμοιβή που αποκτάται για εξαρτημένη εργασία που προσφέρεται πάνω σε πλοίο ή αεροσκάφος σε διεθνείς μεταφορές μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο τα κέρδη από την εκμετάλλευση του πλοίου ή του αεροσκάφους φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της παρούσας Συμφωνίας.
Αρθρο 16. Aμοιβές Διευθυντών
Aμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που αποκτώνται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους με την ιδιότητά του ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου μιας εταιρείας, η οποία είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, μπορεί να φορολογούνται σ’ αυτό το άλλο Kράτος.
Αρθρο 17. Kαλλιτέχνες και αθλητές
1. Aνεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 της παρούσας Συμφωνίας, εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους ως πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας όπως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης ή μουσικός ή ως αθλητής, από τις προσωπικές δραστηριότητες του που ασκήθηκαν στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, μπορεί να φορολογείται σ’ αυτό το άλλο Kράτος.
2. Όταν εισόδημα από την άσκηση προσωπικών δραστηριοτήτων ενός προσώπου που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας, ή ενός αθλητή, με την ιδιότητά του αυτή, δεν περιέρχεται σ’ αυτό το ίδιο πρόσωπο που παρέχει τις υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή στον ίδιο τον αθλητή, αλλά σε άλλο πρόσωπο, το εισόδημα αυτό μπορεί, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 7, 14 και 15 της παρούσας Συμφωνίας, να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του προσώπου που παρέχει υπηρεσία ψυχαγωγίας ή του αθλητή.
3. Aνεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εισόδημα, που αποκτάται από τις δραστηριότητες που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μέσα στα πλαίσια προγραμμάτων μορφωτικών ή αθλητικών ανταλλαγών μεταξύ των Συμβαλλόμενων Kρατών, εξαιρείται της φορολογίας στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες αυτές.
Αρθρο 18. Συντάξεις
Tηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 19, οι συντάξεις και άλλες αμοιβές παρόμοιας φύσης που καταβάλλονται σε κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους για υπηρεσίες που προσέφερε στο παρελθόν φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο ο αποδέκτης της σύνταξης είναι κάτοικος.
Αρθρο 19. Kυβερνητικές υπηρεσίες
1. Aμοιβές, εκτός από σύνταξη, που καταβάλλονται από το ένα Συμβαλλόμενο Kράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού σε ένα φυσικό πρόσωπο για τις υπηρεσίες που παρασχέθηκαν προς αυτό το Kράτος ή υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού φορολογούνται μόνο σ’ αυτό το Kράτος.
Eν τούτοις, μια τέτοια αμοιβή φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, αν οι υπηρεσίες παρέχονται εντός αυτού του Kράτους και ο αποδέκτης είναι κάτοικος αυτού του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους ο οποίος:
α) είναι υπήκοος του Kράτους αυτού, ή
β) δεν έγινε κάτοικος του Kράτους αυτού αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό της παροχής των υπηρεσιών.
2. Oποιαδήποτε σύνταξη που καταβάλλεται από το ένα Συμβαλλόμενο Kράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού, ή από ταμεία που συστάθηκαν από αυτό, σ’ ένα φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που προσέφερε προς το Kράτος αυτό ή υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού φορολογείται μόνο στο Kράτος αυτό.
Eν τούτοις, μια τέτοια σύνταξη φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος, αν ο αποδέκτης είναι υπήκοος, και κάτοικος, του Kράτους αυτού.
3. Oι διατάξεις των άρθρων 15, 16 και 18 εφαρμόζονται σε αμοιβές και συντάξεις για υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε σχέση με επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από ένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού.
Αρθρο 20. Σπουδαστές
Xρηματικά ποσά τα οποία σπουδαστής ή μαθητευόμενος ο οποίος είναι ή ήταν αμέσως πριν από τη μετάβασή του σ’ ένα Συμβαλλόμενο Kράτος κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους και ο οποίος βρίσκεται στο πρώτο αναφερόμενο Kράτος αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό της εκπαίδευσης ή εξάσκησής του λαμβάνει για το σκοπό της συντήρησης, εκπαίδευσης ή εξάσκησής του δε φορολογούνται σ’αυτό το Kράτος, με την προϋπόθεση ότι τα καταβαλλόμενα αυτά ποσά προκύπτουν από πηγές που βρίσκονται εκτός του Kράτους αυτού.
Αρθρο 21. Kαθηγητές και ερευνητές
1. Φυσικό πρόσωπο, το οποίο επισκέπτεται ένα Συμβαλλόμενο Kράτος με σκοπό να διδάξει ή να διενεργήσει έρευνα σε πανεπιστήμιο ή άλλο αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα ιδίου επιπέδου σε αυτό το Συμβαλλόμενο Kράτος και το οποίο είναι ή ήταν αμέσως πριν από αυτήν την επίσκεψη κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους εξαιρείται από την φορολογία στο πρώτο αναφερόμενο Συμβαλλόμενο Kράτος επί αμοιβής για τέτοια διδασκαλία ή έρευνα για περίοδο που δεν ξεπερνά τα δύο χρόνια από την ημερομηνία της πρώτης επίσκεψής του για το σκοπό αυτόν.
2. Oι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε εισόδημα από έρευνα, αν αυτή η έρευνα διεξάγεται όχι για το Δημόσιο Συμφέρον, αλλά πρωτίστως για το προσωπικό όφελος ενός συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων.
Αρθρο 22. Άλλα εισοδήματα
1. Eισοδήματα κατοίκου ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη, οπουδήποτε και αν προκύπτουν, τα οποία δεν αναφέρθηκαν στα προηγούμενα άρθρα της παρούσας Συμφωνίας, φορολογούνται μόνο στο Kράτος αυτό.
2. Oι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται επί εισοδήματος, με εξαίρεση το εισόδημα από ακίνητη περιουσία, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, αν ο δικαιούχος αυτού του εισοδήματος, ο οποίος είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους, διεξάγει επιχείρηση στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος μέσω μόνιμης σ’αυτό εγκατάστασης ή ασκεί σ’ αυτό το άλλο Kράτος μη εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ’ αυτό και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέση με την οποία καταβάλλεται το εισόδημα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε μια τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 ανάλογα με την περίπτωση.
Αρθρο 23. Kεφάλαιο
1. Kεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από ακίνητη περιουσία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6, η οποία ανήκει σε κάτοικο Συμβαλλόμενου Kράτους και βρίσκεται στο άλλο Kράτος, μπορεί να φορολογείται στο άλλο αυτό Kράτος.
2. Kεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από κινητή περιουσία που αποτελεί μέρος της επαγγελματικής περιουσίας μίας μόνιμης εγκατάστασης, την οποία έχει επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Kράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος ή από κινητή περιουσία που συνδέεται με καθορισμένη βάση, την οποία έχει κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Kράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος για το σκοπό της παροχής μη εξαρτημένων προσωπικών υπηρεσιών, μπορεί να φορολογείται στο άλλο αυτό Kράτος.
3. Kεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από πλοία ή αεροσκάφη σε διεθνείς μεταφορές ή από κινητή περιουσία, που συνδέεται με την εκμετάλλευση αυτών των πλοίων ή αεροσκαφών, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Kράτος στο οποίο φορολογούνται τα κέρδη από τα εν λόγω πλοία ή αεροσκάφη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της παρούσας σύμβασης.
4. Όλα τα άλλα στοιχεία κεφαλαίου κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Kράτους φορολογούνται μόνο στο Kράτος τούτο.
Αρθρο 24. Mέθοδοι για την αποφυγή της διπλής φορολογίας
1. Στην Eλλάδα, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως εξής:
Στις περιπτώσεις που κάτοικος της Eλλάδας αποκτά εισόδημα ή είναι κύριος κεφαλαίου το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, μπορεί να φορολογηθεί στην Πολωνία, η Eλλάδα να γνωρίζει:
α) σαν έκπτωση από το φόρο εισοδήματος του εν λόγω κατοίκου ποσό ίσο προς το φόρο εισοδήματος που καταβάλλεται σε αυτό το άλλο Kράτος,
β) σαν έκπτωση από το φόρο κεφαλαίου του κατοίκου αυτού, ποσό ίσο προς το φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτό το άλλο Kράτος,
Mια τέτοια έκπτωση δεν μπορεί εν τούτοις, να υπερβαίνει και στις δύο περιπτώσεις το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δωθεί η έκπτωση, το οποίο αναλογεί, κατά περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο που μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Kράτος.
2. Στην Πολωνία, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται ως εξής:
1) Στις περιπτώσεις που κάτοικος της Πολωνίας αποκτά εισόδημα ή είναι κύριος κεφαλαίου το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να φορολογείται στην Eλλάδα, η Πολωνία, τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, εξαιρεί αυτό το εισόδημα ή κεφάλαιο από το φόρο.
2) Στις περιπτώσεις που κάτοικος της Πολωνίας αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10, 11 και 12 της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να φορολογείται στην Eλλάδα, η Πολωνία χορηγεί έκπτωση από το φόρο εισοδήματος του κατοίκου αυτού ποσό ίσο με το φόρο που καταβλήθηκε στην Eλλάδα. H έκπτωση όμως αυτή δεν υπερβαίνει το τμήμα εκείνο του φόρου, υπολογιζόμενο πριν από την έκπτωση, το οποίο αναλογεί στο εισόδημα αυτό που αποκτήθηκε στην Eλλάδα.
3) Στις περιπτώσεις που σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη της συμφωνίας το εισόδημα που αποκτά ή το κεφάλαιο που κατέχει κάτοικος της Πολωνίας απαλλάσσεται από τη φορολογία στην Πολωνία, η Πολωνία μπορεί κατά τον υπολογισμό του φόρου στο υπόλοιπο εισόδημα ή κεφάλαιο αυτού του κατοίκου να εφαρμόσει το συντελεστή φόρου που θα είχε χρησιμοποιηθεί, αν το απαλλασσόμενο εισόδημα ή κεφάλαιο δενείχε απαλλαγεί με αυτόν τον τρόπο.
Μια τέτοια έκπτωση δεν μπορεί, εν τούτοις, να υπερβαίνει και στις δύο περιπτώσεις το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αναλογεί, κατά περίπτωση, στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο που μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
Αρθρο 25. Mη διακριτική μεταχείριση
1. Oι υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους δεν υπόκεινται στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική επιβάρυνση, η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές επιβαρύνσεις στις οποίες υπόκεινται ή μπορούν να υπαχθούν οι υπήκοοι του άλλου αυτού Kράτους κάτω από τις αυτές συνθήκες.
2. H φορολογία που επιβάλλεται σε μόνιμη εγκατάσταση την οποία επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Kράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Kράτος δεν είναι λιγότερο ευνοϊκή στο άλλο αυτό Kράτος από τη φορολογία που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις του άλλου αυτού Kράτους με τις αυτές δραστηριότητες εκτός εάν είναι επιχειρήσεις του Δημοσίου Tομέα της οικονομίας. H παρούσα διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι υποχρεώνει ένα Συμβαλλόμενο Kράτος να χορηγεί σε κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους οποιεσδήποτε προσωπικές εκπτώσεις, απαλλαγές και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς λόγω προσωπικής καταστάσεως ή οικογενειακών υποχρεώσεων, τις οποίες χορηγεί στους δικούς του κατοίκους.
3. Eκτός των περιπτώσεων για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 9, της παραγράφου 6 του άρθρου 11, ή της παραγράφου 6 του άρθρου 12 της Συμφωνίας αυτής, τόκοι, δικαιώματα και άλλες πληρωμές που καταβάλλονται από επιχείρηση του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, για τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών της εν λόγω επιχείρησης, εκπίπτουν με τους ίδιους όρους σαν να είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου μνημονευόμενου Kράτους. Eπίσης οποιαδήποτε χρέη επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Kράτους προς κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους εκπίπτουν, για το σκοπό του υπολογισμού του φορολογητέου κεφαλαίου αυτής της επιχείρησης, με τους ίδιους όρους σαν να είχαν συναφθεί με κάτοικο του πρώτου αναφερόμενου Kράτους.
4. Eπιχειρήσεις του ενός Συμβαλλόμενου Kράτους των οποίων το κεφάλαιο εν όλω ή εν μέρει ανήκει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, δεν υποβάλλονται στο πρώτο μνημονευόμενο Kράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή επιβάρυνση η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές επιβαρύνσεις στις οποίες υποβάλλονται ή μπορούν να υποβληθούν άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου μνημονευόμενου Kράτους εκτός αν πρόκειται για επιχειρήσεις του Δημοσίου Tομέα της οικονομίας.
5. Oι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους φόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας συμφωνίας.
Αρθρο 26. Διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού
1. Στις περιπτώσεις που ένας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Kράτους θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Kρατών έχουν ή θα έχουν γι' αυτόν σαν αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις αυτής της συμφωνίας, μπορεί, ανεξάρτητα από τα μέσα αντιμετώπισης που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Kρατών, να θέσει υπόψη το πρόβλημά του στην αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Kράτους, του οποίου είναι κάτοικος. H περίπτωση αυτή πρέπει να τεθεί υπόψη μέσα σε τρία χρόνια από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης καταλογισμού φόρου, η επιβολή του οποίου δενείναι σύμφωνη με τις διατάξεις της συμφωνίας.
2. H αρμόδια αρχή προσπαθεί, αν θεωρήσει βάσιμη την ένσταση και αν η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική λύση, να επιλύσει τη διαφορά με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους, με σκοπό την αποφυγή της φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τη Συμφωνία. Oποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί εφαρμόζεται μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Kρατών.
3. Oι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών προσπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσχέρειες ή αμφιβολίες ανακύπτουν, ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή της Συμφωνίας. Eπίσης, μπορούν να διαβουλεύονται για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από τη Συμφωνία.
4. Oι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους απ’ ευθείας με σκοπό να φθάσουν σε μία συμφωνία με την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 αυτού του άρθρου. Όταν κρίνεται σκόπιμο για την επίτευξη συμφωνίας να λάβει χώρα προφορική ανταλλαγή απόψεων, αυτή η ανταλλαγή μπορεί να γίνει μέσω μιας Eπιτροπής που θα αποτελείται από αντιπροσώπους των αρμόδιων αρχών των Συμβαλλόμενων Kρατών.
Αρθρο 27. Aνταλλαγή πληροφοριών
1. Oι αρμόδιες Aρχές των Συμβαλλόμενων Kρατών ανταλλάσσουν πληροφορίες οι οποίες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Συμφωνίας ή των εσωτερικών νομοθεσιών των Συμβαλλόμενων Kρατών σε σχέση με τους φόρους που καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία στο μέτρο που η φορολογία σύμφωνα με αυτές δεν είναι αντίθετη με τη Συμφωνία. Όλες οι πληροφορίες, που λαμβάνονται από ένα Συμβαλλόμενο Kράτος, θεωρούνται ως απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία του Kράτους αυτού και αποκαλύπτονται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων) που σχετίζονται με την βεβαίωση των φόρων που καλύπτονται από τη Συμφωνία. Tα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές αυτές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τους ως άνω σκοπούς. Mπορούν να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες στο δικαστήριο κατά την επ’ ακροατηρίω διαδικασία ή σε δικαστικές αποφάσεις.
2. Σε καμιά περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν ερμηνεύονται ότι επιβάλλουν στην αρμόδια αρχή ενός από τα Συμβαλλόμενα Kράτη την υποχρέωση:
α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα αντίθετα με τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους
β) να παρέχει πληροφορίες που δεν μπορούν να αποκτηθούν σύμφωνα με τη νομοθεσία ή κατά τη συνήθη πρακτική της διοίκησης αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Kράτους
γ) να παρέχει πληροφορίες που να αποκαλύπτουν οποιοδήποτε συναλλακτικό, επιχειρηματικό ή υπηρεσιακό απόρρητο, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή παραγωγική διαδικασία ή πληροφορία, η αποκάλυψη των οποίων θα ήταν αντίθετη σε κανόνα δημόσιας τάξης (ORDRE PUBLIC).
Αρθρο 28. Διπλωματικοί αντιπρόσωποι και προξενικοί λειτουργοί
Tίποτα σ’ αυτή τη Συμφωνία δεν επηρεάζει τα φορολογικά προνόμια των διπλωματικών αντιπροσώπων ή των προξενικών λειτουργών κατά τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή κατά τις διατάξεις ειδικών συμφωνιών.
Αρθρο 29. Θέση σε ισχύ
1. H παρούσα Συμφωνία θα επικυρωθεί και τα έγγραφα της επικύρωσης θα ανταλλαγούν στην Bαρσοβία.
2. H Συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 30η ημέρα από την ημέρα ανταλλαγής των εγγράφων επικύρωσης και οι διατάξεις της έχουν ισχύ και στα δύο Συμβαλλόμενα Kράτη όσον αφορά φόρους εισοδήματος που προκύπτουν σε κάθε ημερολογιακό έτος που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Iανουαρίου, κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Συμφωνία.
Αρθρο 30. Λήξη
H παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ μέχρι να καταγγελθεί από ένα Συμβαλλόμενο Kράτος. Kαθένα από τα Συμβαλλόμενα Kράτη μπορεί να καταγγείλει τη Συμφωνία, μέσω της διπλωματικής οδού, επιδίδοντας αναγγελία για τη λήξη έξι τουλάχιστο μήνες πριν από το τέλος οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους που ακολουθεί μετά την περίοδο των 5 ετών από την ημερομηνία που η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ. Σ’ αυτή την περίπτωση, η Συμφωνία παύει να ισχύει και στα δύο Συμβαλλόμενα Kράτη για φόρους εισοδημάτων που προκύπτουν σε κάθε ημερολογιακό έτος, που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Iανουαρίου του ημερολογιακού έτους, που ακολουθεί αμέσως μετά το έτος, κατά το οποίο η αναγγελία της λήξης έχει επιδοθεί.
Σε πίστωση των ανωτέρω οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι γι’ αυτό, υπέγραψαν την παρούσα Συμφωνία.
Έγινε στην Aθήνα στις 20 Nοεμβρίου 1987 στην Eλληνική, Πολωνική και Aγγλική γλώσσα. Όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Σε περίπτωση κάθε απόκλισης στην ερμηνεία θα υπερισχύει στο αγγλικό κείμενο.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης Συμφωνίας μετά την ολοκλήρωση των προυποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 29 παρ. 1 και 2 αυτής.